Εισαγωγικό σημείωμα


Το κείμενο του Νικολάι Β. Νόβικοφ (Николай В. Новиков) που ακολουθεί ασκεί κριτική στις πλατιά διαδεδομένες από τις δεκαετίες του ’60 και του ’70 αστικές αντιλήψεις περί του σύγχρονου καπιταλισμού ως «οργανωμένης» κοινωνίας, ως ένα σύστημα «κυριαρχίας της επιστήμης» και «κυριαρχίας της τεχνολογίας». Οι υποστηρικτές αυτών των αντιλήψεων, όπως ο Καναδο-αμερικανός οικονομολόγος Τζ. Κ. Γκαλμπρέιθ1, υποστηρίζουν ότι στο σύγχρονο καπιταλισμό, λόγω πιο πλατιάς χρησιμοποίησης της επιστήμης και της τεχνικής στην παραγωγική διαδικασία των μονοπωλιακών ομίλων και της αύξησης του αριθμού των αντίστοιχων στρωμάτων της επιστημονικο-τεχνικής διανόησης, οι ομάδες αυτές των «ειδικών» τείνουν να ασκούν την πραγματική εξουσία στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις, μετατρέποντας σε πλασματική την ισχύ και την εξουσία των κεφαλαιοκρατών, των μετόχων και των μελών των διοικητικών συμβουλίων. Έτσι, ο σύγχρονος καπιταλισμός μετατρέπεται δήθεν σε μια «κοινωνία οργανωτικο-τεχνικού ορθολογισμού» όπου τη θέση της μεγιστοποίησης του κέρδους την παίρνει μια αταξική τεχνικο-οικονομική ανάπτυξη, με την επιταχυνόμενη ιδιοποίηση των οικονομικών και τεχνικών επιτευγμάτων, την επέκταση του όγκου της παραγωγής κτλ.

Ο Νόβικοφ επισημαίνει τον ψευδεπίγραφο χαρακτήρα των παραπάνω αντιλήψεων και την τάση τους να αποδίδουν πρωταρχική σημασία στις αλλαγές των μορφών και των μεθόδων της καπιταλιστικής πρακτικής, φετιχοποιώντας και απολυτοποιώντας τέτοιες αλλαγές, π.χ. τη διευρυνόμενη λήψη αποφάσεων εκ μέρους της αστικής τάξης στη βάση συστάσεων από επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό υψηλής ειδίκευσης. Ο συγγραφέας τονίζει ότι «το γεγονός ότι ορισμένες ομάδες επιστημονικού και τεχνικά εξειδικευμένου προσωπικού χρησιμοποιούνται για την προετοιμασία και τη σύνταξη αποφάσεων που θα ληφθούν από το ανώτατο όργανο, δημιουργεί επίσης την ψευδαίσθηση μεταβίβασης της εξουσίας στην επιστημονική και τεχνική διανόηση». Στην πραγματικότητα, η συντριπτική πλειοψηφία του μηχανικού, επιστημονικού και τεχνικού προσωπικού δεν εμπλέκεται στις αποφάσεις που λαμβάνονται από τους κεφαλαιοκράτες ιδιοκτήτες και τα διευθυντικά στελέχη τους.

Στο κείμενο παρουσιάζονται διεξοδικά οι ψευδαισθήσεις που δημιουργούνται στα στρώματα αυτά της επιστημονικο-τεχνικής μισθωτής εργασίας από τα ιδεολογήματα περί κυρίαρχου, δήθεν, ρόλου τους στην καπιταλιστική παραγωγή. Ενσωματώνοντας τις τεχνοκρατικές αυτές αντιλήψεις, τείνουν να βλέπουν τον εαυτό τους και την εργασία τους σε ταύτιση με τα συμφέροντα και το «καλό» της εταιρίας, θέτοντας στο περιθώριο την πραγματική ταξική τους θέση στη διαδικασία της καπιταλιστικής παραγωγής, το γεγονός ότι εργάζονται για να εξασφαλίσουν τα μέσα διαβίωσής τους και ότι η επιδίωξη προαγωγής και υψηλότερης θέσης δεν έχει να κάνει με την αποτελεσματικότερη συμβολή στην «ευημερία» της επιχείρησης, αλλά είναι απλώς μια άλλη μορφή επιδίωξης υψηλότερου εισοδήματος.

Φυσικά, οι κεφαλαιοκράτες ενδιαφέρονται να διατηρήσουν και να ενισχύσουν τέτοιες ψευδαισθήσεις. «Αν οι εργαζόμενοι ενεργούν σύμφωνα με τέτοιο επιστημονικό και τεχνικό αίσθημα για την εταιρία στο σύνολό της, εάν τα προβλήματα οργανωτικής και τεχνικής ασφάλειας του έργου της εταιρίας είναι τόσο σημαντικά γι’ αυτούς όσο και τα δικά τους προσωπικά προβλήματα και εάν τελικά συμμετέχουν ενεργά και με τη μεγαλύτερη δυνατή ευθύνη (προφανώς από θέση ισχύος) στην προετοιμασία των αποφάσεων που πρέπει να λάβει το ανώτατο όργανο, τότε όλα αυτά δεν μπορούν παρά να έχουν θετική επίδραση στην αποτελεσματικότητα της εργασίας» (άρα και στην κερδοφορία της επιχείρησης).

Ο Νόβικοφ επισημαίνει τη χρήση των αστικών ιδεολογημάτων πέρα από τα όρια της καπιταλιστικής επιχείρησης, στο χώρο των κρατικών και κομματικών μηχανισμών της αστικής τάξης. Η αύξηση σε αυτούς τους μηχανισμούς του αριθμού των εμπειρογνωμόνων και των ειδικών με ανώτερη εκπαίδευση και ακαδημαϊκούς τίτλους συνιστά το υπόβαθρο για τη διάδοση της αντίληψης ότι «ο πολιτικός αρχηγός είναι κάτι σαν επικεφαλής μιας συλλογικότητας ειδικών και επιστημονικών συνεργατών στο χώρο της πολιτικής». Πόσο επίκαιρη δεν είναι άραγε σήμερα η επισήμανση του συγγραφέα, όταν σε ολόκληρο τον καπιταλιστικό κόσμο, μαζί και στο αστικό πολιτικό σύστημα στη χώρα μας, βλέπουμε τους αρχηγούς των αστικών πολιτικών κομμάτων να διαγκωνίζονται για το ποιος είναι περισσότερο αποτελεσματικός στο να συστήνει ομάδες «επίλεκτων ειδικών» για να διαμορφώσουν «ολοκληρωμένα, συγκεκριμένα, κοστολογημένα μέτρα».

Το κείμενο του Νόβικοφ μπορεί να κυκλοφόρησε πριν μισό αιώνα, αλλά τα ιδεολογήματα στα οποία αντιπαρατίθεται βρίσκονται στον πυρήνα της αστικής ιδεολογίας και σήμερα, στην προσπάθεια της αστικής τάξης να συσκοτίσει τον πραγματικό σκοπό της καπιταλιστικής παραγωγής, τη μεγιστοποίηση της παραγωγής υπεραξίας και κέρδους, να διασπάσει την ενότητα της εργατικής τάξης, καλλιεργώντας στα τμήματά της που διαθέτουν υψηλότερη μόρφωση και ειδίκευση την αντίληψη ότι δεν είναι «εργάτες», αλλά «μεσαία τάξη», οι πραγματικοί διαχειριστές των επιχειρήσεων. Διατηρεί όλη την επικαιρότητά του το συμπέρασμα του συγγραφέα ότι «Η εποχή που αποκαλείται με το όνομα εποχή της “κυριαρχίας της επιστήμης και της τεχνολογίας” (συγκαλυμμένα και ως “τεχνοδομή”) δεν είναι στην πραγματικότητα ένας νέος κόσμος “οργανωτικού-τεχνικού ορθολογισμού”, αλλά το σύνολο των μορφών δράσης και εκδήλωσης των θεμελιωδών κοινωνικοοικονομικών μηχανισμών και δομών του καπιταλιστικού συστήματος».

Την αντι-ορθολογική και βαθιά σκοταδιστική αντίληψη ότι η επιστήμη είναι ταξικά ουδέτερη, ότι μπορεί να υπερβαίνει τις αβυσσαλέες και ανειρήνευτες ταξικές αντιθέσεις της καπιταλιστικής κοινωνίας και να μετατρέπει τους φορείς της σε «ιππότες» της πραγματικής γνώσης που όλοι πρέπει να ακούν με ευλάβεια και να υπακούουν προς όφελος του «γενικού καλού» ή του «εθνικού συμφέροντος», το επαναστατικό κίνημα την βρίσκει απέναντί της όλο και συχνότερα, από τον καιρό της πανδημίας, όταν τα αναγκαία μέτρα κοινωνικής προστασίας επιχειρήθηκε να μετατραπούν από το αστικό κράτος σε μέτρα γενικευμένης καταστολής και φίμωσης των λαϊκών διεκδικήσεων, με το μανδύα της μιας ή άλλης επιστημονικής ιατρικής αυθεντίας, μέχρι τη σημερινή προσπάθεια να κατοχυρωθούν ως «προοδευτικές» υποκειμενικο-ιδεαλιστικές αντιλήψεις περί «φάσματος πολλαπλών κοινωνικών φύλων» και περί γενετικού καθορισμού κοινωνικών συμπεριφορών και προσανατολισμών, στο όνομα δήθεν ανεξάρτητων, «επιστημονικών» ερευνών, χρηματοδοτούμενων βέβαια αδρά από μονοπωλιακούς ομίλους και αστικά ιδρύματα.

Το βιβλίο του Νόβικοφ «Η απατηλή εικόνα της “οργανωμένης κοινωνίας”» συνιστά μέρος της συστηματικής προσπάθειας που γινόταν στα σοβιετικά κρατικά και ακαδημαϊκά ιδρύματα να παρακολουθείται η αστική κοινωνικο-οικονομική σκέψη, έτσι ώστε να διαμορφώνεται ένα αποτελεσματικό ιδεολογικό μέτωπο εναντίον της. Ο αναγνώστης πρέπει φυσικά να λάβει υπόψη του ότι η κριτική του Νόβικοφ στα αστικά ιδεολογήματα κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στην Σοβιετική Ένωση το 1974, σε μια εποχή που η οπορτουνιστική στροφή του 20ού Συνεδρίου του ΚΚΣΕ το 1956 είχε ήδη θέσει σε κίνηση για κοντά μια εικοσαετία ένα ολόκληρο πλέγμα αγοραίων αλλαγών στη σφαίρα της οικονομίας, που αδυνάτιζαν τον Κεντρικό Σχεδιασμό και τις κομμουνιστικές σχέσεις παραγωγής, αλλά και αντίστοιχες αρνητικές αλλαγές στη σφαίρα του εποικοδομήματος («παλλαϊκό κράτος», «ειρηνική μετάβαση στο σοσιαλισμό», επίπεδο κοινωνικής συνείδησης κτλ.)2. Το ιστορικό αυτό υπόβαθρο δεν αναιρεί τις γενικά ορθές διαπιστώσεις και την κριτική που ασκεί ο Νόβικοφ στα αστικά ιδεολογήματα.

Η ίδια η διαδρομή του Νόβικοφ αντανακλά το αντιφατικό περιβάλλον μέσα στο οποίο διαμορφωνόταν η κοινωνική συνείδηση στην πορεία σταδιακής ενίσχυσης του βραχυπρόθεσμου ατομικού και ομαδικού συμφέροντος σε βάρος των γενικών κοινωνικών συμφερόντων. Ο συγγραφέας (1933-1994) εργάστηκε ως κοινωνιολόγος στο Ινστιτούτο του Διεθνούς Εργατικού Κινήματος και στο Ινστιτούτο Φιλοσοφίας της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ μέχρι το 1979. Στη συνέχεια μετανάστευσε στην Αυστρία. Δίδαξε στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης και στο «Ελεύθερο Πανεπιστήμιο» του Δυτικού Βερολίνου. Στο Ινστιτούτο Ανατολικής Ευρώπης στο «Ελεύθερο Πανεπιστήμιο» εργάστηκε στο έργο «Ρωσική κοινωνιολογία στον 19ο - αρχές του 20ού αιώνα» κι ετοίμασε τη μονογραφία «Κοινωνιολογία στη Ρωσία. Η θεσμική της ανάπτυξη πριν από την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917». Παρουσίασε το πρόγραμμα «Ρώσοι κοινωνιολόγοι» στο ραδιοφωνικό σταθμό Deutsche Welle.

 


ΣημειώσειςΣημειώσεις

  1. Ο Τζον Κένεθ Γκαλμπρέιθ (1908-2006) ήταν αστός οικονομολόγος και ακαδημαϊκός, κεϋνσιανής κατεύθυνσης. Δραστηριοποιήθηκε και στην πολιτική, υπηρετώντας μια σειρά προέδρους του Δημοκρατικού κόμματος. Το διάστημα 1961-1963, επί προεδρίας Κέννεντυ, διετέλεσε πρέσβης των ΗΠΑ στην Ινδία. Μεταξύ των γνωστότερων οικονομικών έργων του είναι τα βιβλία του «Ο Αμερικανικός καπιταλισμός» (1952), «Η κοινωνία της αφθονίας» (1958) και «Το νέον βιομηχανικόν κράτος» (1967). Στο τελευταίο αυτό βιβλίο ασκεί κριτική ο Ν. Β. Νόβικοφ.
  2. Δες αναλυτικά «Απόφαση του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ - Εκτιμήσεις και συμπεράσματα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στον 20ό αιώνα με επίκεντρο την ΕΣΣΔ. Η αντίληψη του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό».