Η πολυμορφία των κομμάτων του εθνικιστικού χώρου αντανακλά τις κοινωνικές δυνάμεις στις οποίες κάθε δύναμη αναφέρεται ή επιδιώκει να επιδράσει, τα τμήματα του κεφαλαίου με τα οποία υπάρχει άμεση ή έμμεση σύνδεση, καθώς και το φανερό ή αθέατο προσανατολισμό σε ένα από τα βασικά ιμπεριαλιστικά στρατόπεδα (ΝΑΤΟ ή το υπό διαμόρφωση ευρασιατικό).
Σε κάθε περίπτωση όμως, υπάρχουν ορισμένες βασικές κατευθύνσεις στις οποίες χαρακτηριστικά κόμματα του χώρου («Ελληνική Λύση», «ΕΑΝ», «Νίκη», «Πατριωτική Ένωση», «Εθνική Δημιουργία» κ.ά.)1 συγκλίνουν έστω και με αποχρώσεις.
ΦΟΡΕΙΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΟΥ ΡΕΥΜΑΤΟΣ
Βασικό πρόταγμα των εθνικιστικών ακροδεξιών κομμάτων είναι ότι εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενοι, κεφάλαιο και εργαζόμενοι, του ίδιου έθνους έχουν κοινά συμφέροντα. Φυσικά η γραμμή της ταξικής συνεργασίας είναι κοινός τόπος τόσο του εθνικισμού όσο και του κοσμοπολιτισμού του κεφαλαίου, γι’ αυτό και διαπερνά όλα τα αστικά κόμματα. Εξάλλου τόσο το εθνικιστικό όσο και το κοσμοπολίτικο ρεύμα, που δε χωρίζονται με σινικά τείχη, διαπερνούν και αφορούν το σύνολο του αστικού πολιτικού συστήματος όπως θα δούμε πιο αναλυτικά στη συνέχεια του άρθρου. Βέβαια, η λογική της ταξικής συνεργασίας υπηρετείται με διαφορετικό τρόπο από τα δυο αυτά ρεύματα, με τον εθνικισμό να διακηρύσσει ότι υπάρχουν «υπερταξικά συμφέροντα» κοινά για τα μονοπώλια και το λαό, από τη σκοπιά του «ενιαίου έθνους» και της «προόδου της χώρας». Η προσπάθεια να αγκαλιαστούν οι εργαζόμενοι με τους εκμεταλλευτές τους περνά σε αυτήν την περίπτωση μέσα από την προώθηση της αντιπαλότητας για τα άλλα έθνη και των θεωριών περί ανωτερότητας των επιμέρους εθνών.
Χαρακτηριστικό είναι ότι κοινός τόπος (ακόμα και φραστικά) όλων αυτών των κομμάτων είναι ότι η Ελλάδα ως έθνος διαλύεται, δέχεται επίθεση, εκμηδενίζεται. Προβάλλουν τη θεωρία ότι υπάρχει «αφελληνισμός» και «αποχριστιανισμός», λένε ότι οι πρόσφυγες και οι μετανάστες είναι «εισβολείς» ή «έποικοι». Συμπληρώνουν δε ως βασικό παράγοντα του «εκμηδενισμού του έθνους» το «δημογραφικό πρόβλημα» που οδηγεί στον «αφανισμό των Ελλήνων»· αντιλήψεις που συχνά συνδυάζονται με θεωρίες συνομωσίας και ανορθολογικές και αντιεπιστημονικές θεωρίες, π.χ., κατά των εμβολίων ή των αμβλώσεων.
Στην πράξη, η θεωρητική τους ανάλυση περί «σύγκρουσης των εθνών» συγκαλύπτει το διεθνή ανταγωνισμό του κεφαλαίου και τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και καλεί το λαό να υιοθετήσει της επιδιώξεις της αστικής τάξης και σε διεθνές επίπεδο. Ο ρατσισμός, το «φόβητρο» των δήθεν «εισβολέων μεταναστών», του «αφελληνισμού» και του «δημογραφικού προβλήματος», είναι ο δρόμος για να διασφαλίζεται ταξική ειρήνη στο εσωτερικό κάθε χώρας και ενιαία στάση, και από το λαό, στους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς από τη σκοπιά της δικής του αστικής τάξης.
«ΔΙΕΦΘΑΡΜΕΝΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ» ΚΑΙ «ΚΡΙΣΗ ΑΞΙΩΝ»
Εφόσον για τα κόμματα του εθνικιστικού χώρου εργαζόμενοι και κεφάλαιο έχουν κοινά εθνικά συμφέροντα και προβλήματα, πού αποδίδουν τις αιτίες για τα εμφανή προβλήματα του λαού;
Εδώ επιστρατεύονται πολλές καρικατούρες πλασματικών «εχθρών» για να ρίξουν στάχτη στην πραγματική αιτία, που είναι η καπιταλιστική εκμετάλλευση και η εξυπηρέτηση των στρατηγικών κατευθύνσεων του κεφαλαίου. Σύμφωνα με την πολιτική γραμμή των εθνικιστικών κομμάτων, ζούμε μια «κρίση αξιών», που το πάνω χέρι έχει η «οικογενειοκρατία», η «διαφθορά» και το «κομματικό συμφέρον».
Η «Νίκη» γράφει ότι «η κρίση στην πατρίδα μας είναι πρώτα ηθική κι έπειτα οικονομική. Επομένως και η έξοδος από την κρίση είναι πρώτα ηθική κι έπειτα οικονομική». Φταίει, όπως λένε, «η πολιτική/κομματική διαφθορά στην κρατική διαχείριση» και δε διστάζουν να κουνήσουν το δάχτυλο και στο λαό για την «ανώριμη καταναλωτική του συμπεριφορά» που τον οδηγεί στη φτώχεια.
Η «Εθνική Δημιουργία»2 αναφέρει επίσης ότι: «Η κρίση της χώρας είναι πρωτίστως ηθική. Ζούμε, εδώ και δεκαετίες, σε ένα σύστημα αντεστραμμένων αξιών, στο οποίο όλα τα μεγέθη σταθμίζονται με βάση το πολιτικό κόστος και η εφαρμογή αλλά και η ψήφιση των νόμων εξαρτώνται από το κομματικό συμφέρον. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον γενικευμένης θεσμικής ανομίας, όλες οι άλλες κρίσεις (οικονομική, πολιτισμική, κοινωνική, διοικητική) είναι φυσική νομοτέλεια.»
Η «Ελληνική Λύση» με τη σειρά της προπαγανδίζει ότι θα μπορέσει να διορθώσει «τα “κακώς κείμενα” της πολιτικής, της οικονομίας και του δημόσιου βίου, που τόσα χρόνια εμποδίζουν την ουσιαστική ανάπτυξη της Ελλάδας» ακριβώς επειδή ως κόμμα είναι «απαλλαγμένοι από την οικογενειοκρατία, τα “τζάκια” και τη διαφθορά».
Πρόκειται για θεωρίες «των διεφθαρμένων πολιτικών που έφεραν την κρίση», που τις ακούσαμε και από τη ναζιστική δολοφονική οργάνωση της «Χρυσής Αυγής» τα προηγούμενα χρόνια. Θεωρίες που κρύβουν ότι τη διαφθορά του αστικού πολιτικού συστήματος την γεννά ο ίδιος ο καπιταλισμός, το κυνήγι του μέγιστου κέρδους, ο ανταγωνισμός του κεφαλαίου, η διαμάχη ανάμεσα σε μονοπωλιακούς ομίλους κι επιχειρηματικά συμφέροντα στον ίδιο ή σε διαφορετικούς κλάδους της οικονομίας, καθώς και οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί για την επικράτηση σε αγορές, σε σφαίρες επιρροής, την αναδιάταξη ιμπεριαλιστικών συμμαχιών και τον έλεγχο πλουτοπαραγωγικών πηγών, δρόμων μεταφοράς ενέργειας κι εμπορευμάτων. Σκοποί για τους οποίους το κεφάλαιο δε θα διστάσει είτε να χρησιμοποιήσει την αστική νομοθεσία είτε να την παρακάμψει αξιοποιώντας και αστούς πολιτικούς. Όχι τυχαία, τα φαινόμενα της διαφθοράς του αστικού πολιτικού συστήματος δεν αφορούν μόνο την Ελλάδα, αλλά συναντώνται σε κάθε καπιταλιστικό κράτος, από τις ΗΠΑ έως την Αγγλία και τη Γερμανία, καθώς και τα επιτελεία της ΕΕ.
Επιπλέον, η άθλια προπαγάνδα της «ανώριμης καταναλωτικής συμπεριφοράς του λαού» δεν είναι παρά μια παραλλαγή των όσων ακούσαμε από τα αστικά κόμματα την περίοδο των μνημονίων, ότι «μαζί τα φάγαμε»! Το επίδικο πάντα ένα: Να στρέφουν οι εργαζόμενοι τα πυρά τους σε επιμέρους φαινόμενα του καπιταλισμού, όπως η διαφθορά, και όχι στην πραγματική αιτία των προβλημάτων, στην ίδια την καπιταλιστική εκμετάλλευση.
ΣΤΑΘΕΡΗ ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ
Οι θέσεις των κομμάτων του εθνικιστικού χώρου αναφορικά με την οικονομία είναι ενδεικτικές για τον τρόπο με τον οποίο προβάλλουν τα ιδιαίτερα συμφέροντα των τμημάτων του κεφαλαίου που έχουν αναφορά, πάντα όμως υπό το πρίσμα των στρατηγικών συμφερόντων της αστικής τάξης.
Ενιαίο στοιχείο όλων είναι οι διακηρύξεις για την καπιταλιστική ανάπτυξη της εγχώριας παραγωγής και της αξιοποίησης των εγχώριων παραγωγικών δυνατοτήτων και πλουτοπαραγωγικών πηγών. Μιλούν για ανάπτυξη του «πρωτογενούς τομέα», της εγχώριας βαριάς βιομηχανίας, για αξιοποίηση των κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου στην ελληνική ΑΟΖ, για αξιοποίηση του λιγνίτη στην παραγωγή της ενέργειας, χωρίς καμία αναφορά στις δεσμεύσεις και στους περιορισμούς της «πράσινης μετάβασης», του εμπορίου ρύπων και της ΚΑΠ της ΕΕ.
Αυτές οι θέσεις μπορεί αρχικά να μοιάζουν ελκυστικές για κάποιους εργαζόμενους και τμήματα του λαού, ιδιαίτερα από τη στιγμή που αυτές οι δυνάμεις έχουν αναφορά σε περιοχές όπως, για παράδειγμα, της Βόρειας Ελλάδας, όπου η απολιγνιτοποίηση στο πλαίσιο της «Πράσινης Μετάβασης» της ΕΕ αλλά και η μεταφορά κεφαλαίων στο εξωτερικό και το συνεπακόλουθο κλείσιμο βιομηχανικών μονάδων έχει οδηγήσει σε εκτίναξη της ανεργίας, της φτώχειας και της εξαθλίωσης για τις λαϊκές οικογένειες της περιοχής. Όμως το πραγματικό ερώτημα είναι ποιος θα καθορίζει το αν και πώς θα αξιοποιηθούν αυτές οι εγχώριες δυνατότητες.
Και φυσικά η απάντηση που δίνουν οι δυνάμεις του εθνικιστικού χώρου είναι το κεφάλαιο στο πλαίσιο της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Ζητούν ιδιαίτερες ρυθμίσεις για την ανάπτυξη των ελληνικών-εγχώριων –όπως λένε– επιχειρήσεων σε κάθε κλάδο, αναμόρφωση του τραπεζικού συστήματος για να υπάρχει «καλύτερη πρόσβαση των ελληνικών επιχειρήσεων σε επενδυτικά κεφάλαια» («Νίκη»), «χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές και διευκόλυνση του επιχειρείν» («Εθνική Δημιουργία»), ενώ η «Ελληνική Λύση» προτείνει ανοιχτά μείωση στο 15% της φορολογίας των επιχειρήσεων.
Σε αυτό το πλαίσιο, ιδιαίτερη έμφαση δίνουν στις προγραμματικές τους θέσεις στην ενίσχυση κλάδων όπου ήδη γνωρίζει μεγάλη ανάπτυξη και κερδοφορία το κεφάλαιο. Για παράδειγμα, η «Ελληνική Λύση» έχει αναλυτικές θέσεις για την παραπέρα ανάπτυξη της κερδοφορίας του τουριστικού κεφαλαίου αλλά και για το φόρτωμα των κόκκινων δανείων στο λαό μέσω της φορολογίας και την ίδρυση ενός «κρατικού οργανισμού» για τη διαχείρισή τους. Ενώ η «Νίκη», πιο προωθημένα, ζητά «ειδικό φορολογικό καθεστώς για το τμήμα των επενδύσεων των εφοπλιστών που θα γίνουν σε άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες στην ξηρά».
Την ίδια στιγμή, δεν ξεχνούν τους στρατηγικούς στόχους της αστικής τάξης και γι’ αυτό, παρά τις αρχικές διακηρύξεις για ενίσχυση των «ελληνικών επιχειρήσεων», μεγάλο μέρος του προγράμματος πολλών από αυτές τις δυνάμεις αφορά το πώς θα προσελκυστούν επενδύσεις από το εξωτερικό. Όπως γράφει χαρακτηριστικά η «Εθνική Δημιουργία», θα πρέπει να υπάρξει ένα κατάλληλο επενδυτικό περιβάλλον ώστε «η χώρα μας να ανταγωνίζεται επί ίσοις όροις τις υπόλοιπες χώρες, καθώς σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία οι επενδυτές προτιμούν το φιλικότερο γι’ αυτούς προορισμό». Ο «κοσμοπολιτισμός» του κεφαλαίου, δηλαδή η ανάγκη της διεθνούς κίνησης του κεφαλαίου και της μετατροπής της χώρας σε κόμβο μεταφοράς ενέργειας και εμπορευμάτων, καθώς και η προσέλκυση επενδύσεων, παρουσιάζονται έτσι μέσα από το εθνικιστικό πρίσμα ως όροι οικονομικής ανάπτυξης του έθνους.
Φυσικά όλες αυτές οι προτάσεις για την ανάπτυξη της καπιταλιστικής οικονομίας της Ελλάδας συνδυάζονται αντικειμενικά με επίθεση στα εργατικά-λαϊκά δικαιώματα, κάτι που δε διστάζουν να μαρτυρήσουν τα διάφορα κόμματα του εθνικιστικού χώρου, παρά το δήθεν φιλολαϊκό προφίλ που επιδιώκουν να προβάλλουν. Έτσι, η «Ελληνική Λύση» ζητά αυξήσεις στους μισθούς, που να είναι όμως κάτω από την παραγωγικότητα των εργαζόμενων για να μη θιχτεί η κερδοφορία των επιχειρήσεων. Η «Νίκη» λέει ότι οι εργαζόμενοι και ο λαός πρέπει να μάθουν να ζουν με «ολιγάρκεια και επαναληπτική χρήση» κόντρα στις «συνήθειες του καταναλωτισμού», δηλαδή με μειωμένες απαιτήσεις, με συμβιβασμό με τα χτυπημένα δικαιώματα και το πενιχρό λαϊκό εισόδημα. Και την ίδια στιγμή προσπαθούν να πείσουν ότι μόνο έτσι μπορεί να βελτιωθεί η θέση του λαού και των εργαζόμενων, καθώς, όπως χαρακτηριστικά υποστηρίζει η «Πατριωτική Δύναμη», «η χώρα χρειάζεται επενδύσεις και ανάπτυξη, στρατηγικό σχεδιασμό και αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων που διαθέτει σε συγκεκριμένους τομείς» και μόνο έτσι μπορεί να «εξασφαλιστεί αξιοπρεπής απασχόληση σε όλους».
ΜΙΣΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΟ ΤΑΞΙΚΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
Συστατικό στοιχείο της πολιτικής γραμμής αυτών των διάφορων εθνικιστικών-«ακροδεξιών» κομμάτων είναι η αντιπαράθεσή τους με το οργανωμένο ταξικό εργατικό κίνημα και φυσικά την πολιτική επαναστατική πρωτοπορία του, το ΚΚΕ. Η εναντίωση σε καθετί που μπορεί να δώσει στην εργατική τάξη τη δυνατότητα να οργανώσει την αντεπίθεσή της στην επίθεση του κεφαλαίου είναι φυσικό συμπλήρωμα της γραμμής υπεράσπισης των συμφερόντων του κεφαλαίου. Γι’ αυτό και εχθρεύονται τόσο την οργάνωση των εργαζόμενων και το συνδικαλιστικό κίνημα όσο και την παρέμβαση του ΚΚΕ, που είναι καθοριστικός παράγοντας για να αποκτήσουν οι αγώνες των εργαζόμενων χαρακτηριστικά βαθύτερης και πιο συνολικής σύγκρουσης με την αντιλαϊκή πολιτική και την εξουσία των μονοπωλίων που τόσο υπερασπίζονται τα κόμματα του εθνικιστικού χώρου.
Ενδεικτικές είναι οι θέσεις της «Ελληνικής Λύσης» και της «Νίκης» ενάντια, όπως γράφουν, στον κομματικό συνδικαλισμό. Αξιοποιούν φαινόμενα σήψης και παρακμής του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού, αλλά και την απογοήτευση που φέρνει σε εργαζόμενους ο «αγωνιστικός» ρεφορμισμός της σοσιαλδημοκρατίας και του οπορτουνισμού στο κίνημα, για να μιλήσουν για «ελίτ» και «κρατικοδίαιτους» συνδικαλιστές, για να απονευρώσουν γενικά το συνδικαλιστικό κίνημα διακηρύσσοντας ότι χρειάζεται ένας «ακηδεμόνευτος συνδικαλισμός» χωρίς «κομματικό καπέλωμα». Επί της ουσίας προπαγανδίζουν ένα συνδικαλιστικό κίνημα υποταγμένο στις κατευθύνσεις και επιδιώξεις και τους «εθνικούς στόχους» του κεφαλαίου, και μάλιστα δρώντας ενεργά γι’ αυτές.
Όχι τυχαία επομένως, ακολουθεί και ο χυδαίος αντικομμουνισμός και ο αντισοβιετισμός. Βασικοί εκφραστές είναι τα ακροδεξιά, φασίζοντα μορφώματα της «Νέας Δεξιάς» και της «Δημιουργίας Ξανά», που από κοινού συγκροτούν την «Εθνική Δημιουργία». Μιλούν για «μαύρο» και «κόκκινο» φασισμό, συκοφαντούν τη Σοβιετική Ένωση και γράφουν εμετικά άρθρα για την πάλη του ΔΣΕ. Έχουν εκφραστεί πολλές φορές υπέρ της απαγόρευσης του ΚΚΕ από το αστικό κράτος, επικεντρώνοντας ακριβώς στο επαναστατικό Πρόγραμμα του ΚΚΕ, ενώ με αυτήν την αιτιολογία κατέθεσαν και προσφυγή ενάντια στη συμμετοχή του ΚΚΕ στις πρόσφατες εκλογές.
ΥΠΕΡΜΑΧΟΙ ΕΝΟΣ ΙΣΧΥΡΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
Τα «καλά παιδιά» της εξουσίας του κεφαλαίου, τα κόμματα του εθνικιστικού χώρου, δε θα μπορούσαν παρά να έχουν και θέσεις για τη βελτίωση και αποτελεσματικότερη λειτουργία του αστικού κράτους που διασφαλίζει την εξουσία των μονοπωλίων και τη δυνατότητα να προχωρά ανεμπόδιστα η διευρυμένη αναπαραγωγή του κεφαλαίου.
Αυτό σημαίνει δύο πράγματα: Αποτελεσματικό και γρήγορο αστικό κράτος τόσο στην αντιμετώπιση του εργατικού-λαϊκού κινήματος όσο και στην προσέλκυση επενδύσεων και προώθηση των συμφερόντων του κεφαλαίου.
Πιο ανοιχτά για την ενίσχυση της καταστολής ενάντια στο εργατικό κίνημα μιλάει η «Εθνική Δημιουργία». Σε μια προσπάθεια ευτελισμού των αγώνων των εργαζόμενων και ταύτισής τους με ποινικά αδικήματα, γράφουν ότι «ο πολίτης είναι απροστάτευτος στο έλεος οποιουδήποτε παρανομεί, είτε ως εγκληματίας του κοινού ποινικού κώδικα είτε ως φέρελπις “κοινωνικός επαναστάτης”», και θεωρούν γι’ αυτό ότι θα πρέπει να «λυθούν» τα χέρια της αστυνομίας θεσπίζοντας πιο ευέλικτους κανόνες εμπλοκής! Ενώ για συνολική αναβάθμιση της ικανότητας παρέμβασης και του εξοπλισμού των δυνάμεων καταστολής και της αστυνομίας μιλά και η «Ελληνική Λύση», επικαλούμενη προσχηματικά την «εγκληματικότητα των παράνομων μεταναστών».
Την ίδια στιγμή, όλοι προβάλλουν ότι ένα πιο αποτελεσματικό κράτος στην κατασταλτική λειτουργία του θα έχει θετική επίδραση στην ανάπτυξη, δηλαδή στην προώθηση των συμφερόντων του κεφαλαίου. Όπως διατείνεται η «Εθνική Δημιορυγία»: «Η εγκαθίδρυση κλίματος τάξης και ασφάλειας, με μηδενική ανοχή στην παραβατικότητα, θα ανακουφίσει τον πολίτη και ταυτόχρονα θα δώσει νέα ώθηση στην οικονομία, καθώς κανένας δεν επενδύει σε μια χώρα γενικευμένης και ενδημικής αναρχίας.» Με απλά λόγια, «τάξη και ασφάλεια» για να προχωράει ανεμπόδιστη η εκμετάλλευση των εργαζόμενων!
Παράλληλα είναι αξιοσημείωτο ότι όλα αυτά τα κόμματα φροντίζουν να διατυπώνουν έστω και περιληπτικά τη δική τους πρόταση για ένα επιτελικό αστικό κράτος που είναι ένα από τα ζητήματα στρατηγικής σημασίας για την αστική τάξη. Η «Ελληνική Λύση» έχει θέση για «ένα Κράτος που δε θα είναι γραφειοκρατικά δομημένο, αλλά με όσο πιο απλές διαδικασίες γίνεται, καθώς επίσης φιλικό προς τις επιχειρήσεις, ξένες και ελληνικές». Η «Νίκη» διακηρύσσει ότι πρέπει «να μάθουμε με ποιες διαδικασίες δουλεύουν εκείνα τα κράτη που προσελκύουν πολλές επενδύσεις. Και να εφαρμόσουμε την απλούστευση των διαδικασιών και τη μείωση της γραφειοκρατίας με δοκιμασμένα μέτρα και βέλτιστες πρακτικές». Και η «Πατριωτική Ένωση» θεωρεί ότι πρέπει να γίνουν βήματα επιτάχυνσης της δικαιοσύνης που σήμερα «λειτουργεί ως τροχοπέδη γενικά για τη λειτουργία της κοινωνίας και της οικονομίας».
Και να πώς το επιτελικό κράτος και τα χαρακτηριστικά του, ακριβώς επειδή είναι στρατηγικός στόχος του κεφαλαίου, διαποτίζει το πρόγραμμα όλου του αστικού πολιτικού συστήματος, από τη ΝΔ, το ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ έως τον εθνικιστικό χώρο.
ΤΟ «ΑΓΙΟ ΔΙΣΚΟΠΟΤΗΡΟ» ΤΗΣ ΕΕ
Χαρακτηριστικές για το πώς αυτός ο χώρος προωθεί τις στρατηγικές επιλογές της αστικής τάξης είναι και οι θέσεις που εκφράζουν αρκετά από αυτά τα κόμματα για την ΕΕ.
Έχουν γενικά τη θέση ότι η ΕΕ πρέπει να «διορθωθεί» προς την κατεύθυνση της «Ευρώπης των Εθνών», ώστε να κατοχυρωθεί μεγαλύτερη σχετική αυτοτέλεια των κρατών-μελών. Η βαθιά επιζήμια εθνικιστική τους λογική ότι το έθνος διαμορφώνει ενιαία συμφέροντα για εκμεταλλευτές κι εκμεταλλευόμενους συμπληρώνεται έτσι και με τη θέση ότι αυτά εξυπηρετούνται καλύτερα εάν όλοι, κεφαλαιοκράτες και εργαζόμενοι-λαός, υποστηρίξουμε τις επιδιώξεις της αστικής τάξης και διεθνώς και διεκδικήσουμε μια καλύτερη θέση για το κεφάλαιο της Ελλάδας εντός της ιμπεριαλιστικής συμμαχίας της ΕΕ. Ο εθνικισμός με τον κοσμοπολιτισμό του κεφαλαίου σε πλήρη φυσική σύμπλευση!
Αυτό φυσικά εκφράζεται με πολλούς τρόπους. Η «Εθνική Δημιουργία» υπερασπίζεται, για παράδειγμα, ανοιχτά την ΕΕ, λέγοντας ότι «η Ευρώπη, με όλα τα “κουσούρια” της, μας εξασφάλισε 70 χρόνια ειρήνης και ευημερίας, ελευθερία διακίνησης ανθρώπων, προϊόντων και ιδεών, και ένα βιοτικό επίπεδο για τους πολίτες της, από τα υψηλότερα στον κόσμο». Η «Νίκη» δε βρίσκει πρόβλημα στη συμμετοχή στην ΕΕ, αλλά στη στάση της Ελλάδας μέσα σε αυτήν, η οποία «δε θα έπρεπε να είναι τόσο υποχωρητική». Ενώ η «Πατριωτική Ένωση» βλέπει τη λύση για την παρακμάζουσα ΕΕ στην «ισχυροποίησή της οικονομικά και στρατιωτικά» προβάλλοντας μια γραμμή πιο «ενιαίας» ΕΕ.