Ευρωπαϊκή Ένωση και Πανεπιστήμια*


του Κυριάκου Ιωαννίδη

Φίλες και φίλοι,

συντρόφισσες και σύντροφοι.

[...]

Τα εύηχα λόγια και οι προσεκτικές διατυπώσεις στα διάφορα κείμενα και διακηρύξεις της ΕΕ για την ανώτατη εκπαίδευση –όπως αντίστοιχα και των αστικών κυβερνήσεων και κομμάτων που συμβάλλουν στην προώθηση και υλοποίηση της ευρωενωσιακής στρατηγικής σε κάθε χώρα– δεν μπορούν να συγκαλύψουν τον αποκλεισμό της μεγαλύτερης κοινωνικής ομάδας, των παραγωγών του κοινωνικού πλούτου, των οικογενειών τους, των παιδιών τους, από τα αγαθά που οι ίδιοι δημιουργούν και τα οποία αποτελούν και το υλικό έδαφος για την ανάπτυξη της επιστήμης.

Μάλιστα, εξετάζοντας τα «τι», τα «πώς» και τα «γιατί» της ευρωενωσιακής στρατηγικής για την ανώτατη εκπαίδευση, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι ο αποκλεισμός αυτός δεν αφορά μόνο την ανάπτυξη των δυνατοτήτων που διανοίγονται, προς όφελος της ικανοποίησης των δικών τους αναγκών, αφορά και την πρόσβασή τους στην ίδια τη δυνατότητα να τις αναπτύξουν σε αυτή την κατεύθυνση.

Φυσικά, δε θα μπορούσε να είναι αλλιώς, από τη στιγμή που ο αποκλεισμός αυτός προκύπτει ακριβώς λόγω της ταξικής πόλωσης της κοινωνίας, που υπηρετείται από αυτήν την κοινά συμφωνημένη αντιδραστική στρατηγική. Μιας κοινωνίας η καύσιμη ύλη της οποίας, η δημιουργική δύναμη του ανθρώπου, θεωρείται περιττή και απαξιώνεται όταν δεν είναι πια χρήσιμη για την καπιταλιστική κερδοφορία.

Σε αυτήν την κανονικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι που μπορούν να εξηγηθούν τα ποσοστά της ανεργίας των αποφοίτων πανεπιστημιακής εκπαίδευσης ηλικίας 25-34 ετών, που, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ για το 2022, στην Ελλάδα φτάνουν το 21%, στην Ισπανία το 20%, στην Ιταλία το 30%, στη Γαλλία το 14%. Και αυτά τα στοιχεία δεν αφορούν μόνο τον ευρωπαϊκό Νότο, αλλά και το περίφημο σκανδιναβικό μοντέλο, καθώς στη Δανία το ποσοστό φτάνει το 15%, στη Σουηδία το 14% και στη Φινλανδία το 15%. Έτσι λοιπόν, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το φαινόμενο της πιο ακραίας απαξίωσης της επιστημονικής δύναμης, η ανεργία στις ηλικίες 25-34 ετών, φτάνει στο μέσο όρο του 15%!

Και αν κάποιος, έστω και καλοπροαίρετα, πει ότι τώρα πια το πτυχίο δε φτάνει, τότε δεν έχουμε παρά να πούμε ότι, πέντε χρόνια μετά την απόκτηση του μεταπτυχιακού ή του διδακτορικού, το ποσοστό της ανεργίας στην ΕΕ φτάνει κατά μέσο το 11%, με την Ελλάδα να κινείται στο 19%.

 

Φίλες και φίλοι.

Μέσα στην πανδημία είχαμε την ανακήρυξη της νέας κωδικής ονομασίας της στρατηγικής του κεφαλαίου: Στρατηγική της διπλής μετάβασης: πράσινης και ψηφιακής.

Η ΕΕ, όσο κι αν δεν μπορεί να στηριχτεί αποκλειστικά στις δικές της ενεργειακές πηγές, επιδιώκει να έχει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα σε τομείς έντασης γνώσης και υψηλής στάθμης επιστημονικό δυναμικό σε πράσινες και ψηφιακές τεχνολογίες, καθώς και τα αντίστοιχα μονοπώλια που επιθυμεί να στηρίξει.

Το βασικό εργαλείο άντλησης κεφαλαίων από τους μονοπωλιακούς ομίλους είναι το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), με συνολικό προϋπολογισμό 650 δισ. (δάνεια και επιχορηγήσεις). Για να γίνει εκταμίευση των κονδυλίων που αναλογούν σε κάθε χώρα, πρέπει αφενός οι δράσεις να είναι πλήρως εναρμονισμένες με τις προτεραιότητες της διπλής μετάβασης και να έχουν προηγηθεί αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις –τα λεγόμενα προαπαιτούμενα– προκειμένου να στηριχτεί η καπιταλιστική ανάπτυξη σε αυτήν την κατεύθυνση.

Το ΚΚΕ έχει δηλώσει από την πρώτη στιγμή ότι το ΤΑΑ είναι το νέο υπερμνημόνιο όλων των λαών της ΕΕ – κανείς δεν εξαιρείται. Τα χρήματα, που σκοπό έχουν να θωρακίσουν τα ευρωπαϊκά μονοπώλια από την κρίση και ίσως να τροφοδοτήσουν ένα νέο γύρο ανάπτυξης, θα αποπληρωθούν 2 και 3 φορές από το ξεζούμισμα των εργαζόμενων και το τσάκισμα των ζωών τους.

Το βλέπουμε στην επίθεση που έχει σαλπίσει η κυβέρνηση σε όλα τα μέτωπα: Οι εργαζόμενοι είναι ελεύθεροι να εργάζονται 13 ώρες τη μέρα, να δουλεύουν μέχρι τα 74 –αν θέλουν– έχουν την επιλογή να πληρώνουν για να χειρουργηθούν, και τώρα είναι ελεύθεροι να πληρώνουν δίδακτρα στο πανεπιστήμιο και να δανείζονται για να σπουδάσουν –τόση ελευθερία!

Πώς προωθείται η ευρωενωσιακή στρατηγική και οι κατευθύνσεις της στην εκπαίδευση;

[...]

Αυτή είναι άμεσα συνυφασμένη με την προωθούμενη απ’ όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις και με όλους τους συνδυασμούς, τις τελευταίες 3 δεκαετίες, διαδικασία της Μπολόνια για τον Ενιαίο Χώρο Ανώτατης Εκπαίδευσης (European Higher Education Area).

25 χρόνια μετά, επιβεβαιώνεται η ουσία της εκτίμησης που είχε διατυπώσει το ΚΚΕ ήδη από το 20011, ότι δηλαδή στόχος της διαδικασίας της Μπολόνια «είναι να προδιαγράψει ένα κοινό πλαίσιο “ευέλικτης” οργάνωσης και λειτουργίας των Ιδρυμάτων Ανώτατης Εκπαίδευσης», ότι οδηγεί στη «διεύρυνση της κατηγοριοποίησης των πανεπιστημίων, τόσο σε κοινοτικό όσο και σε εθνικό επίπεδο, ακόμη και στο ίδιο το εσωτερικό τους, ανάμεσα στις διάφορες σχολές, τα τμήματα, το διδακτικό προσωπικό και τους αποφοίτους τους», ότι αποτελεί «προσαρμογή των δημόσιων πανεπιστημίων στις γενικότερες αναδιαρθρώσεις της καπιταλιστικής οικονομίας και των εργασιακών σχέσεων», με ζητούμενο τη βέλτιστη «οργανική σύνδεση των δημόσιων πανεπιστημίων με τις ανάγκες της καπιταλιστικής αναπαραγωγής», κάτι που οδηγεί στη «μετατροπή τους σε ένα είδος κεφαλαιοκρατικών επιχειρήσεων».

Στα πανεπιστήμια, η διαδικασία της Μπολόνια ξεκίνησε επίσημα το 1999 και εδράζεται στη Συνθήκη του Μάαστριχτ (1992). Θυμίζουμε τις 4 ελευθερίες του: κίνησης προσωπικού, υπηρεσιών, εμπορευμάτων, κεφαλαίων.

Τι σημαίνει ελευθερία κίνησης προσωπικού, το ξέρουμε πια πολύ καλά, έχοντας βιώσει στην πράξη διάφορες πτυχές της περιβόητης κινητικότητας. Την βιώσαμε και την βιώνουμε ως brain drain, ως απογείωση της ευελιξίας στις εργασιακές σχέσεις –ειδικά οι νέοι ερευνητές ξέρουν πολύ καλά τι σημαίνει ευελιξία στη ζωή τους και στην εργασία τους– ως πάγωμα των προσλήψεων μόνιμου προσωπικού και ανανέωση του δυναμικού με συμβασιούχους, ως αποδυνάμωση των εργαστηρίων από πολύτιμο, έμπειρο προσωπικό, ως στρέβλωση της αναπαραγωγής του δυναμικού σε ΔΕΠ και ερευνητές (με μη αναπλήρωση συνταξιοδοτηθέντων, με απόδοση όλο και μεγαλύτερου μέρους του έργου τους σε συμβασιούχους, με προσανατολισμό των κριτηρίων ανάδειξής τους όλο και περισσότερο σε πλευρές που δεν αφορούν το επιστημονικό τους έργο και την ανάπτυξη της επιστημονικής γνώσης, αλλά τη διαχείρισή της και τους όρους αξιοποίησής της από το κεφάλαιο και την εξουσία του, με αντίστοιχη προσαρμογή των διαδικασιών εκλογής και ανέλιξής τους κ.ο.κ.) με ολέθριες συνέπειες για το εκπαιδευτικό κι ερευνητικό έργο κ.ά.

Την κίνηση υπηρεσιών κι εμπορευμάτων, την είδαμε στη λειτουργία των Ειδικών Λογαριασμών Κονδυλίων Έρευνας (ΕΛΚΕ) –της ναυαρχίδας της επιχειρηματικής λειτουργίας των πανεπιστημίων και των ερευνητικών κέντρων, στη λειτουργία των πανεπιστημίων ως υπεργολάβων που μεταφέρουν σε ιδιώτες απαραίτητες υπηρεσίες που θα έπρεπε να λειτουργούν με αποκλειστική ευθύνη του κράτους, όπως είναι η καθαριότητα, η σίτιση, η φύλαξη των κτηρίων.

Την κίνηση κεφαλαίων, την ζούμε ήδη μέσα από τις διάφορες συμπράξεις δημόσιων πανεπιστημίων-επιχειρήσεων, μέσα από τη λειτουργία των κολεγίων και φυσικά είναι βασική επιδίωξη του νόμου-έκτρωμα που πρόσφατα ψηφίστηκε για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια.

Η απάντηση της Κομισιόν στην ερώτηση των ευρωβουλευτών του ΚΚΕ σχετικά με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια επιβεβαιώνει ότι ο νόμος-έκτρωμα που απέρριψε αγωνιστικά η πανεπιστημιακή κοινότητα έχει τη σφραγίδα της ΕΕ. Ενδεικτικό είναι ότι η Κομισιόν υπενθύμισε τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει τα κράτη-μέλη να τηρούν σχετικά με την «ελευθερία εγκατάστασης, την ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών, καθώς και τις διατάξεις του Χάρτη σχετικά με την ακαδημαϊκή ελευθερία, την ελευθερία ίδρυσης ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και την επιχειρηματική ελευθερία»2.

Η απάντηση αυτή αποτελεί μια –ακόμα– τρανταχτή απόδειξη για το πόσο βολική προς την κυβέρνηση της ΝΔ και ανούσια ως προς το πραγματικό διακύβευμα από την άποψη των αναγκών των –νυν αλλά και μελλοντικών– φοιτητών, ερευνητών και διδασκόντων στα πανεπιστήμια ήταν η αντιπαράθεση που έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ, τα άλλα κόμματα για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, με την κριτική τους να εστιάζει στο ότι δήθεν απομακρυνόμαστε από το «ευρωπαϊκό κεκτημένο» και το «μοντέλο των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων».

Όλα τα παραπάνω έγιναν σταδιακά και σε συνδυασμό με την εργατική νομοθεσία και οικονομική πολιτική: Κινητικότητα στο δημόσιο – βλ. εργαζόμενοι στα πανεπιστήμια, τσεκούρι σε μισθούς, αμοιβές με μπλοκάκι, σπάσιμο μίας θέσης σε πολλά άτομα, αλλαγές σε Ασφαλιστικό, φορολογία, μπλοκάκι, συμβάσεις έργου χωρίς ωράριο και κατοχύρωση.

Τρεις νόμοι-πλαίσιο στα πανεπιστήμια, διαδοχικές αλλαγές στο χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, προγράμματα σπουδών χωρίς επαγγελματικά δικαιώματα, τίτλοι σπουδών πολλών ταχυτήτων, εισαγωγή και γενίκευση διδάκτρων στα μεταπτυχιακά, εμπορευματοποίηση της Διά Βίου Μάθησης, αξιολόγηση και πιστοποίηση, ο αντιδραστικός ρόλος της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ) στην εφαρμογή της στρατηγικής.

Στο πλαίσιο προώθησης του Ενιαίου Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης, έχει διαμορφωθεί ένας πολύπλευρος μηχανισμός προώθησης, ελέγχου της πορείας, τελικά της αστικής ευρωενωσιακής στρατηγικής για την τριτοβάθμια εκπαίδευση-έρευνα, με επίδικο την ευθυγράμμιση του κάθε κράτους-μέλους με αυτούς τους στόχους.

Στις διαδικασίες αποτίμησης και προώθησης της ευρωενωσιακής στρατηγικής στα πανεπιστήμια, ιδιαίτερος είναι ο ρόλος της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης, που λειτουργεί στο πλαίσιο της αντίστοιχης ευρωπαϊκής αρχής.

Ας πάρουμε ένα παράδειγμα. Ένας από τους δείκτες που αποτιμάται σταθερά ως στοιχείο «ποιότητας» της ανώτατης εκπαίδευσης είναι ο ρυθμός αποφοίτησης του φοιτητικού πληθυσμού. Τι ενδιαφέρει αυτό το στοιχείο την ΕΕ και αντίστοιχα και τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών; Επιδιώκουν να μην παραμένει ανεκμετάλλευτο και να «λιμνάζει» το δυναμικό αυτό· δηλαδή είτε να αποφοιτούν γρήγορα και να εντάσσονται ως επιστημονικά εξειδικευμένοι εργαζόμενοι στη «ζούγκλα» της αγοράς εργασίας, είτε αν, για διάφορους λόγους, «δεν τα καταφέρνουν», να στρέφονται στην απόκτηση άλλων «δεξιοτήτων», χρήσιμων για το κεφάλαιο, στην κατάρτιση και αλλού.

Ο δείκτης αυτός συνδέεται αφενός με την ένταση του ανταγωνισμού και των επιδόσεων των φοιτητριών και των φοιτητών, αλλά και με την «κινητικότητα», που αποτελεί συστατικό στοιχείο της αστικής στρατηγικής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Για το πώς αυτός ο στόχος θα επιτευχθεί, δίνεται «ευελιξία» στις κυβερνήσεις των χωρών.

Για παράδειγμα, η προώθηση από πλευράς των ελληνικών κυβερνήσεων για τη βελτίωση της επίδοσης στο ρυθμό αποφοίτησης σχετίζεται με τον «κόφτη» της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής, με τις διαγραφές φοιτητών μετά το πέρας του ν+2 (το οποίο μέσα στην ακαδημαϊκή χρονιά 2024-2025 λένε ότι θα εφαρμοστεί). Σε άλλες χώρες της ΕΕ, ο ίδιος στόχος προωθείται με διαφορετικούς τρόπους, π.χ., σε κάποιες επιβάλλονται δίδακτρα, αν η φοίτηση συνεχιστεί υπερβαίνοντας την «κανονική» διάρκεια σπουδών.

Φυσικά, επειδή ο στόχος δεν είναι η αξιοποίηση επιστημονικού δυναμικού για την κοινωνία, αλλά το ξεζούμισμα επιστημόνων για το κεφάλαιο και επειδή παντού υπάρχει η λογική «κόστος-όφελος», πουθενά δε θα δούμε την πραγματική αντιμετώπιση των αιτιών του υπαρκτού φαινομένου της παράτασης σπουδών. Γιατί αυτό σχετίζεται με το κόστος σπουδών, με την ανυπαρξία φοιτητικής μέριμνας, που οδηγούν πάνω από το 50% των φοιτητριών και των φοιτητών στην Ελλάδα να εργάζονται παράλληλα με τις σπουδές τους.

 

Φίλες και φίλοι, συντρόφισσες και σύντροφοι.

Ας μείνουμε λίγο παραπάνω σε αυτήν την εικόνα της εμπορευματοποιημένης πανεπιστημιακής εκπαίδευσης κι ας προσπαθήσουμε να δούμε τι κοστίζει στη λαϊκή οικογένεια η υλοποίηση της στρατηγικής που την προωθεί.

Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, οι ιδιωτικές δαπάνες, δηλαδή αυτά που πληρώνει το νοικοκυριό, για τη δημόσια πανεπιστημιακή εκπαίδευση ανέρχονται σε 382 εκατομμύρια ευρώ το 2020! Προσοχή! Μιλάμε για τα δημόσια πανεπιστήμια.

Στη Δανία του σκανδιναβικού μοντέλου δίνονται 734 εκατομμύρια ευρώ, στη Σουηδία, που έχει και τον ίδιο πληθυσμό μάλιστα με την Ελλάδα, 865 εκατομμύρια. Ο μέσος όρος, δε, σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης ανέρχεται στα 1,6 δισ. ευρώ. Να σημειωθεί εδώ μάλιστα ότι, ενώ ο μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση ως προς την κατεύθυνση των ιδιωτικών δαπανών είναι 56% στα δημόσια πανεπιστήμια και 34% στα ιδιωτικά πανεπιστήμια, στην Ελλάδα, όπως είναι λογικό, είναι αντίστροφη η αναλογία, με το 38% να κατευθύνεται στα δημόσια και το 62% να αφορά τα κολέγια κλπ.

Αυτό λοιπόν είναι το ευρωπαϊκό κεκτημένο και η περίφημη κανονικότητα, που μόνο κόστος συνεπάγεται για τους λαούς.

 

Φίλες και φίλοι.

Ανάμεσα στους στρατηγικούς στόχους που προωθούνται από την ΕΕ είναι και η ολοένα και μεγαλύτερη απαλλαγή του κράτους από τη χρηματοδότηση των πανεπιστημίων και μεταφορά του κόστους στις πλάτες των φοιτητών και των οικογενειών. Με την εύηχη λέξη της «αυτονομίας», αλλά και την πιο κατατοπιστική της «αυτοχρηματοδότησης».

Δεν είναι τυχαίο ότι στη φετινή έκθεση της ΕΘΑΑΕ, στην οποία υπήρχαν αναφορές στις «θεμελιώδεις αξίες» της ΕΕ, ξεχώριζαν τα εξής:

– Επαναπροσδιορισμός της ευθύνης του κράτους για την Ανώτατη Εκπαίδευση· δηλαδή υποχώρηση από την ευθύνη για κρατική χρηματοδότηση και άνοιγμα της αγοράς. Βλ. νόμο για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια.

– Επαναπροσδιορισμός της «Ακαδημαϊκής Ελευθερίας» ως «Ιδρυματικής Αυτονομίας» με 4 συνιστώσες: Οργανωτική, διοικητική, ακαδημαϊκή και στελέχωσης. Ως «ελευθερία» βαφτίζεται η ενίσχυση της επιχειρηματικής λειτουργίας των πανεπιστημίων για να αναζητούν έσοδα. Και υιοθέτηση του Academic Freedom Index που συνδέεται άμεσα με την καταστολή, αφού η αύξηση του δείκτη ελευθερίας συνδέεται ευθέως με τη λειτουργία της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας.

Έτσι, η επιλεκτική υποχρηματοδότηση των πανεπιστημίων για τις ανάγκες των πολλών είναι αποτέλεσμα των προτεραιοτήτων στην κατεύθυνση της κρατικής χρηματοδότησης υπέρ των λίγων της κοινωνίας, αλλά και συνειδητή υποβάθμιση υπηρεσιών, φοιτητικής μέριμνας, υποδομών κ.ά. που στρώνει το έδαφος για ολοένα και μεγαλύτερη μετακύλιση της αναζήτησης «βιωσιμότητας» από τα ίδια τα πανεπιστήμια, που «περνάει» μέσα από την επιχειρηματική δράση και τη λειτουργία των ΑΕΙ, επιβολή διδάκτρων, αναζήτηση χορηγών κ.ά.

Αντίστοιχα, σημαντικό «εργαλείο» ευθυγράμμισης με τις κατευθύνσεις της ΕΕ είναι τα διάφορα κατά καιρούς «ευρωπαϊκά κονδύλια», το ΕΣΠΑ, τώρα το Ταμείο Ανάκαμψης κ.ά. Όχι μόνο γιατί συνοδεύεται με αντιλαϊκά προαπαιτούμενα η κάθε «εκταμίευση» χρημάτων που έχουν συγκεντρωθεί από τη φορο-αφαίμαξη των ευρωπαϊκών λαών, αλλά και γιατί μιλάμε τελικά για παρέμβαση στην κατεύθυνση και στο περιεχόμενο της έρευνας, ώστε να υπηρετεί τους στόχους της ανάπτυξης των κερδών των λίγων.

Κυρίαρχο αυτήν την περίοδο είναι οι στόχοι για «πράσινη» και «ψηφιακή μετάβαση» στην ΕΕ, οπότε και κάθε ερευνητική εργασία, αν θέλει να προχωρήσει, δηλαδή να χρηματοδοτηθεί, οφείλει να έχει μια «πράσινη» ή «ψηφιακή» ετικέτα…

Οι ελληνικές κυβερνήσεις, όπως και η σημερινή της ΝΔ, εξειδικεύουν μέσα από «μαρκαρισμένα» υπο-προγράμματα χρηματοδότησης αυτές τις στρατηγικές κατευθύνσεις και στην έρευνα, ώστε να επιτυγχάνουν τους παραπάνω στόχους.

Τέτοιο παράδειγμα είναι η εφαρμογή της εθνικής και περιφερειακής Στρατηγικής Έξυπνης Εξειδίκευσης (RIS3)-ΕΣΠΑ 2021-2027, που αφορά την έρευνα και την καινοτομία. Σε αυτήν γίνεται εμφανές πού επιδιώκουν να προσανατολίζεται η έρευνα και οι καινοτόμες ανακαλύψεις. Μαζί με τις κεντρικές κατευθύνσεις για «πράσινη και ψηφιακή μετάβαση», υπάρχουν και οι πιο σαφείς ιεραρχήσεις για να βελτιωθούν οι όροι κερδοφορίας τμημάτων του ελληνικού κεφαλαίου, όπως είναι ο τουρισμός και η ναυτιλία.

Για παράδειγμα, στο ΠΑΔΑ –το οποίο με 60 χιλιάδες φοιτήτριες και φοιτητές δεν έχει καν εστίες– δόθηκαν πρόσφατα 8 εκατομμύρια μόνο για την αγορά ακινήτου για να στεγαστεί «κέντρο καινοτομίας στον τουρισμό». Μάλιστα, περιγράφεται ξεκάθαρα πως στόχος είναι να συμβάλει, μέσα από τα αποτελέσματα που θα παραγάγει, στην προσέλκυση τουριστών-πελατών όλο το έτος κι όχι μόνο τους θερινούς μήνες που κατά βάση ισχύει σήμερα. Με άλλα λόγια, οι υποδομές και οι επιστήμονες-ερευνητές ενός δημόσιου πανεπιστημίου χρηματοδοτούνται από τα δικά μας χρήματα για να καινοτομήσουν με σκοπό να κερδίζουν οι μεγαλοξενοδόχοι, οι ναυτιλιακές, οι αεροπορικές κ.ά. μονοπώλια που δραστηριοποιούνται στον τουρισμό, ώστε να μη χάνεται ούτε μέρα από την οποία θα μπορούσαν να αυξήσουν τα αμύθητα κέρδη τους.

Ενταγμένα σε αυτήν την πολιτική της επιλεκτικής υποχρηματοδότησης, άρα και επιλεκτικής χρηματοδότησης, είναι και ορισμένα από τα παρακάτω παραδείγματα.

– 60 εκατομμύρια για την ίδρυση και λειτουργία ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων στα δημόσια πανεπιστήμια με δίδακτρα για αλλοδαπούς φοιτητές. Αυτό ακριβώς εννοούν, δηλαδή, για προσέλκυση πελατείας μιλάνε, όταν λένε για ενίσχυση της «εξωστρέφειας»…

– 95 εκατομμύρια για συμπράξεις Ερευνητικής Αριστείας, βάζοντας τα ΑΕΙ σε κούρσα ανταγωνισμού με στόχο του προγράμματος να πετύχουν «σε κοινοπραξίες με επιχειρήσεις»… «την αποτελεσματικότερη διασύνδεση της πανεπιστημιακής έρευνας με τις εκτιμώμενες ανάγκες της πραγματικής οικονομίας»… ομολογώντας παρακάτω ότι στόχος της έρευνας είναι «η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων». Δηλαδή το κράτος επιδοτεί με τα δικά μας χρήματα έρευνα όχι για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής της κοινωνικής πλειοψηφίας, αλλά για την αύξηση των κερδών των επιχειρήσεων (!) και μάλιστα, για να είναι σίγουρο για τα αποτελέσματα, βάζει και τις επιχειρήσεις μέσα.

– 200 εκατομμύρια για «Πανεπιστήμια Αριστείας», ενισχύοντας επιλεγμένα ελληνικά ΑΕΙ «για την αναβάθμιση και βελτίωση των ερευνητικών τους υποδομών». Φυσικά οι υποδομές αυτές δεν αφορούν τη βελτίωση των σπουδών των φοιτητών, δεν αφορούν τις δικές τους ανάγκες, αλλά θα υποστηρίζουν προγράμματα όπως το παραπάνω. Άλλωστε, το γεγονός πως οι υποδομές των ΑΕΙ δεν είναι για όλους, το απέδειξε η «πόρτα που έφαγαν» οι φοιτητές δωρεάν μεταπτυχιακού στη Θεσσαλονίκη από αίθουσα, για να αξιοποιείται μόνο για τα επί πληρωμή μεταπτυχιακά. Οι υπερπολυτελείς υποδομές των ξενόγλωσσων, σε αντίθεση με τα ελληνόγλωσσα που δεν έχουν δίδακτρα.

– 21,5 εκατομμύρια για τζάμπα έρευνα κατά παραγγελία επιχειρήσεων, τα πολυδιαφημισμένα βιομηχανικά διδακτορικά. Ένα ακόμα αίτημα-πρόταση του ΣΕΒ υλοποιείται…

– 600 εκατομμύρια σε εργολάβους για να φτιαχτούν εστίες με ΣΔΙΤ· δηλαδή το κράτος, η κυβέρνηση χρηματοδοτεί με δικά μας λεφτά έργα για την ανέγερση εστιών, στα οποία μετά οι φοιτητές, για να έχουν πρόσβαση, θα πρέπει να πληρώνουν και τα έσοδα θα παίρνει η εταιρία σύμπραξης.

Με απλά λόγια; Η επιχειρηματική λειτουργία όχι μόνο δεν αποτελεί λύση στα προβλήματα της κοινωνικής πλειοψηφίας, αλλά είναι αιτία τους γιατί στον πυρήνα της –απολύτως φυσιολογικά και κόντρα στους ευσεβείς πόθους για υγιή επιχειρηματικότητα– έχει την επιδίωξη της συσσώρευσης κεφαλαίου το οποίο θα επενδύεται στο βαθμό που θα αποδίδει το μέγιστο δυνατό κέρδος, γεννώντας μια αλυσίδα τεράστιων αντιφάσεων.

Τι να πούμε;

Ότι στην εποχή της διεπαφής εγκεφάλου - υπολογιστή, στο έγκλημα στα Τέμπη έχασαν τη ζωή τους 57 άνθρωποι αφού ο σιδηρόδρομος λειτουργεί manually, με χειροκίνητο έλεγχο δηλαδή;

Ότι στην εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης πέφτουν σοβάδες και παράθυρα στα πανεπιστήμια, ότι η Αρχιτεκτονική στην Πάτρα κάνει μαθήματα σε κοντέινερ;

Ότι νέοι επιστήμονες καλούνται να βάλουν τις γνώσεις και τις ικανότητές τους στην υπηρεσία των πολεμικών μηχανών και σκοπών του ΝΑΤΟ και της ΕΕ; Το θεσμικό πλαίσιο που έχει διαμορφωθεί στη χρηματοδότηση της έρευνας, αλλά και στη λειτουργία των ερευνητικών ομάδων, ειδικά στα πανεπιστήμια, διευκολύνει την υποταγή τους στους σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ. Ειδικά σε μια εποχή όπου η μετάβαση σε οικονομίες πολέμου είναι επίσημη διακήρυξη της ΕΕ. Έχουμε ήδη πολλά στοιχεία για τέτοιες δράσεις. Η έρευνα για το ΝΑΤΟ δεν είναι έρευνα για την άμυνα της χώρας μας. Το ΝΑΤΟ δεν είναι «ιερή αμυντική συμμαχία», όπως είπε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Στ. Κασσελάκης. Είναι δολοφονική μηχανή που ματοκυλάει λαούς. Οι φονιάδες του ΝΑΤΟ δεν πρέπει να βρίσκουν γη και ύδωρ ούτε στα πανεπιστήμια, ούτε πουθενά.

Ότι είναι πραγματικά δεκάδες χιλιάδες όσοι και όσες έχουν δυνατότητες, γνώσεις και θέληση να συμβάλουν στην κοινωνία και μένουν άνεργοι-ες ή ετεροαπασχολούνται;

Θα βόλευε πολύ και πολλούς αν όλα αυτά είχαν να κάνουν με το ότι οι διαχειριστές της εξουσίας είναι ανίδεοι και ανήμποροι να αντιληφθούν ποιες είναι οι πραγματικές ανάγκες του λαού και της νεολαίας και κάνουν ό,τι κάνουν για να εξυπηρετήσουν αλλότρια –ενδεχομένως και ιδία– συμφέροντα. Αυτό, εξάλλου, σε γενικές γραμμές καταλογίζουν στην κυβέρνηση της ΝΔ όσοι δε διαφοροποιούνται στρατηγικά από αυτήν, παρά μόνο αποσπασματικά. Όσοι, δηλαδή, συμφωνούν μαζί της ότι ζητούμενο είναι να προωθηθεί ακόμα πιο αποφασιστικά η στρατηγική του κεφαλαίου και διαφωνούν στο πώς και ίσως και στη μοιρασιά της πίτας.

Όμως, όπως αποδεικνύεται σχεδόν σε κάθε παράδειγμα, σχετικό ή και άσχετο με αυτά στα οποία επικεντρώνουμε εδώ, το ζήτημα είναι ότι αυτή η φαινομενική ανικανότητα είναι επιλεκτική. Για να μην ξεφεύγουμε από την επικαιρότητα, είναι χαρακτηριστικό το πώς στην περίπτωση της πρόσφατης ανατριχιαστικής δολοφονίας μιας νέας γυναίκας, της Κυριακής, έξω από το αστυνομικό τμήμα της περιοχής της, στο οποίο πήγε να ζητήσει βοήθεια, αναδεικνύεται για άλλη μια φορά η «μεγάλη εικόνα» της επιλεκτικής ανικανότητας του κράτους, ακόμα και για να προστατέψει την ανθρώπινη ζωή. Πέρα από το ότι βγάζει μάτι ο προσανατολισμός της αστυνομίας απέναντι στον «εχθρό»-λαό, είναι και όλα όσα θα έπρεπε αυτονόητα να είναι λυμένα στον 21ο αιώνα. Γιατί δεν υπάρχουν ξενώνες φιλοξενίας για τις κακοποιημένες γυναίκες, επαρκείς και στελεχωμένες, ενώ τόσοι κοινωνικοί λειτουργοί είναι άνεργοι;

 

Φίλες και φίλοι, συντρόφισσες και σύντροφοι.

Όλα τα παραπάνω είναι εναρμονισμένα με τον Ευρωπαϊκό Χώρο Εκπαίδευσης (ΕΧΕ), το διάδοχο σχήμα του ΕΧΑΕ, ο οποίος ψηφίστηκε από ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ.

Ο ΕΧΕ έχει ορίζοντα το 2030 και ενδιάμεσο σταθμό το 2025 που ολοκληρώνονται και οι δράσεις του ΤΑΑ. Αφορά όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης και, με κριτήριο την αναπαραγωγή φθηνού, αναλώσιμου αλλά ειδικευμένου εργατικού δυναμικού, προωθεί την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, τη διιδριματική συνεργασία (βλ. «Ευρωπαϊκά Πανεπιστήμια» και τώρα το «Ευρωπαϊκό Πτυχίο», τις ρυθμίσεις για το ΔΟΑΤΑΠ, την αναγνώριση μέρους σπουδών κ.ά.), την κινητικότητα, τη στροφή στις δεξιότητες, τη σύνδεση τυπικής και μη τυπικής εκπαίδευσης, την τυποποίηση και πιστοποίηση κάθε είδους προσόντων και δεξιοτήτων, ώστε να αναγνωρίζεται η καταλληλότητα και η συμβατότητά τους με τις κατά περίπτωση διαφοροποιημένες ανάγκες της περίφημης αγοράς εργασίας.

Αναφέρεται μόνο σε χώρες της ΕΕ (σε αντίθεση με τον ΕΧΑΕ που περιλαμβάνει χώρες και εκτός της ΕΕ) και ένας από τους 6 άξονές του είναι η «Γεωπολιτική Διάσταση» που περιλαμβάνει δράσεις διεθνοποίησης. Δηλαδή από τη μία προωθείται η προσέλκυση φοιτητών-πελατών εκτός ΕΕ, και για brain gain, και από την άλλη η προώθηση των συμφερόντων της ΕΕ στον ανταγωνισμό της με τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα.

Οι τελευταίοι νόμοι για τα πανεπιστήμια (νόμος-πλαίσιο ΝΔ και νόμος για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια), αλλά και ο νόμος για την επαγγελματική εκπαίδευση που ψηφίστηκε πρόσφατα, εναρμονίζουν το θεσμικό πλαίσιο στη χώρα μας με τον ΕΧΕ.

Είναι δεδομένο ότι οι πραγματικοί συνομιλητές της κάθε κυβέρνησης –και της ΝΔ– είναι τα μονοπώλια και η μεγαλοεργοδοσία.

Ένας βασικός στόχος των οδηγιών της ΕΕ, της εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ και των νόμων που ψηφίζονται είναι η κάλυψη της «αναντιστοιχίας δεξιοτήτων», όπως την ονομάζουν. Που όμως είναι σύμφυτη με τον άναρχο τρόπο ανάπτυξης στον καπιταλισμό. Έτσι, συνυπάρχει η απαξίωση ανθρώπινου δυναμικού (ανεργία, κινητικότητα) με την ακάλυπτη ζήτηση για διάφορες ειδικότητες. Συνυπάρχουν κοινωνικές ανάγκες που δεν ικανοποιούνται (π.χ. νέα φάρμακα) με το κλείδωμα της νέας γνώσης σε πατέντες.

Η λύση που προκρίνεται είναι μέσω της υπερπροσφοράς εκπαιδευμένου εργατικού δυναμικού, μέσα από πληθώρα εκπαιδευτικών και μαθησιακών διαδρομών, ΠΣ πολλών ταχυτήτων. Η προσδοκία είναι ότι έτσι θα δημιουργηθούν δεξαμενές, «pools» όπως χαρακτήριζαν αυτολεξεί οι εκπρόσωποι των εργοδοτικών ενώσεων τους αποφοίτους, κατά ακρόαση φορέων, στην επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, απασχολήσιμων με πιστοποιημένα προσόντα και ατομικό φάκελο δεξιοτήτων ο καθένας (αυτά λέει ο ΕΧΕ), απ’ όπου, με τεχνικές ΤΝ, θα επιλέγουν αυτούς που θέλουν κάθε φορά. Σε αυτό κατατείνουν όλοι αυτοί οι νόμοι.

Τι σημαίνει όμως αυτό για τους αποφοίτους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης; Ενώ θεωρητικά οι σπουδές σε ένα επιστημονικό αντικείμενο θα έπρεπε να είναι αυτονόητο ότι εξασφαλίζουν την επαγγελματική επάρκεια για την άσκηση των σχετικών με τις σπουδές επαγγελμάτων, τελικά το ζητούμενο είναι αν ο εκάστοτε συγκεκριμένος απόφοιτος πληροί ατομικά τις απαιτήσεις μιας συγκεκριμένης θέσης εργασίας. Αυτά είναι τα αποτελέσματα της διαδικασίας της Μπολόνια. Αυτή είναι και η βάση της αποσύνδεσης πτυχίου-επαγγέλματος.

Επίσης, παίρνουμε πλέον ως δεδομένο ότι «η ζωή τριών φάσεων έχει τελειώσει», όπως είπε ο Κ. Πιερακάκης, υπουργός Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού της κυβέρνησης της ΝΔ, σε ομιλία του3, αναφερόμενος στο διαχωρισμό μεταξύ μάθησης, εργασίας και συνταξιοδότησης. Με άλλα λόγια, οι νέες και οι νέοι θα κληθούν να δουλέψουν στη σύγχρονη πραγματικότητα των ελαστικών σχέσεων εργασίας, αλλάζοντας πολλές φορές όχι μόνο εργοδότη αλλά και αντικείμενο δουλειάς.

Σε αυτήν τη ζούγκλα, η λογική προσμονή του αποφοίτου να έχει επαγγελματικές προοπτικές, με δεδομένο ότι το πτυχίο δεν αρκεί, μετατρέπεται σε ένα ατέρμονο ατομικό κυνήγι διάφορων τύπων προσόντων και πιστοποιήσεων και μάλιστα επί πληρωμή.

Γι’ αυτήν την πραγματικότητα η ΕΕ, οι αστικές κυβερνήσεις και κόμματα έχουν εφεύρει τον όρο «χάσμα δεξιοτήτων» (που περιλαμβάνει και τους overqualified εργαζομένους –δηλαδή και αυτούς που έχουν κατά κανόνα περισσότερα προσόντα απ’ όσα χρειάζεται μια θέση εργασίας…) και επιδιώκουν να παρουσιάσουν ως ατομική ευθύνη το αν μέσα από αυτήν την «αρένα» τελικά θα καταφέρεις να βρεις δουλειά.

Προκύπτει όμως μια εύλογη ερώτηση, αν κοιτάξουμε τα στοιχεία απασχόλησης των νέων αποφοίτων (25-34) στην Ελλάδα για μία δεκαετία: Από το 2011 (69,35%) ως το 2021 (69,45%), τα στοιχεία απασχόλησης των αποφοίτων παραμένουν σταθερά χαμηλά. Δηλαδή, εδώ και πάνω από μία δεκαετία, ένα 30% των νέων αποφοίτων σταθερά δεν δομεί κατάλληλα το βιογραφικό του; Δεν «επιλέγει» τους καλύτερους δυνατούς τύπους προσόντων;

Το πραγματικό «χάσμα» βρίσκεται ανάμεσα στις κοινωνικές ανάγκες και στο σύστημα που λειτουργεί για την κερδοφορία των λίγων, και σε αυτούς τους σκοπούς εντάσσει και τα πανεπιστήμια. Η ανάγκη του κεφαλαίου για παραγωγή κατάλληλου, επιστημονικά ειδικευμένου εργατικού δυναμικού συνυπάρχει με την απαξίωση μέρους αυτού του δυναμικού, που εργάζεται περιοδικά, μένει άνεργο ή ετεροαπασχολείται, στο πλαίσιο ενός συστήματος που λειτουργεί με γνώμονα το κέρδος.


ΣημειώσειςΣημειώσεις

* Εκτενή αποσπάσματα από την ομιλία του Κυριάκου Ιωαννίδη, μέλους της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνου του Τμήματος Παιδείας & Έρευνας, σε εκδήλωση που διοργάνωσε η ΤΟ Πανεπιστημίων - Έρευνας της ΚΟ Αττικής του ΚΚΕ, στις 11 Απρίλη 2024.

1. Βλ. «Οι εξελίξεις στην Ανώτατη Εκπαίδευση στην κατεύθυνση των αποφάσεων της Μπολόνια. Οι Θέσεις του ΚΚΕ για την Ανώτατη Εκπαίδευση».

2. Επιτροπή κατά Ουγγαρίας (Ανώτατη Εκπαίδευση) (C-66/18), απόφαση που εκδόθηκε στις 6 Οκτώβρη 2020.

3. 1ο MIT «EmTech Europe».