Την έκδοση αυτή μπορούμε να την θεωρήσουμε ως συνέχεια των εκδόσεων που πραγματοποιήθηκαν από τη Σύγχρονη Εποχή την περίοδο 1993-2009, που ήταν αφιερωμένες σε μεγάλους ρεμπέτες. Αυτές που προηγηθήκαν και η τελευταία, ακόμα και αν μεσολάβησε σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα, αποτελούν απόδειξη –έστω και ένδειξη για κάποιους πιο απαιτητικούς– για τη σημασία που δίνει το Κόμμα στη γνήσια λαϊκή δημιουργία, όπως σημειώνεται στον Πρόλογο.
Αναγνωρίζουμε, ταυτόχρονα, ότι υπήρξε και υπάρχει ανάγκη πιο ολοκληρωμένης συλλογικής μελετητικής προσπάθειας για το ρεμπέτικο. Με αυτή την έννοια η συμβολή του βιβλίου του Στέφανου Λουκά είναι σημαντική, καθώς αποτελεί μια νέα, πιο ολοκληρωμένη δουλειά για την ιστορία και την εξέλιξη του ρεμπέτικου. Ο ίδιος στις τελευταίες σελίδες της έκδοσης, ως είδος επιλόγου, υπογραμμίζει την ανάγκη να συνεχιστεί η μελέτη, αφού το εύρος της είναι τεράστιο, προσθέτει, μάλιστα, ότι αυτή πρέπει να είναι προϊόν συλλογικής προσπάθειας.
Δεν ήταν, εδώ που τα λέμε, μια εύκολη υπόθεση για το ΚΚΕ. Πέρα από αντίξοες συνθήκες που επικράτησαν στη διάρκεια της μακρόχρονης ιστορικής πορείας του, πρέπει να πάρουμε υπόψη ότι απαιτούσε ένα ορισμένο επίπεδο θεωρητικής, ιδεολογικής ωριμότητας απέναντι στην καλλιτεχνική δημιουργία που δεν μπορεί να διερευνηθεί με τον ίδιο πανομοιότυπο τρόπο που διερευνάται η πορεία της οικονομίας, η σχέση της με την πολιτική, το πολιτικό σύστημα κλπ. Απαιτούσε γνωριμία και αξιολόγηση σχετικών ερευνών, μελετών και αρθρογραφίας περισσότερων επιστημονικών πεδίων όπως ιστορίας, οικονομίας, μουσικολογίας, λαογραφίας κλπ. Όμως το Κόμμα μας έχει δώσει και δίνει πολλές αποδείξεις για το πόσο ψηλά έχει στην πολιτιστική του δράση και το ρεμπέτικο τραγούδι με τις ποιοτικές σημαντικές εκδηλώσεις των Φεστιβάλ της ΚΝΕ, με τις ξεχωριστές συναυλίες σε κεντρικό και τοπικό επίπεδο, με την αξιοποίηση αυτής της μορφής της λαϊκής καλλιτεχνικής δημιουργίας σε αγωνιστικές εκδηλώσεις, στους εργατικούς λαϊκούς αγώνες, όπου πάντα με επιμέλεια προβάλλονται οι λαϊκοί δημιουργοί, παλαιότεροι και σύγχρονοι.
Ο Στ. Λουκάς, στα πλαίσια των δυνατοτήτων των σελίδων της έκδοσης, δίνει σημαντικό χώρο ώστε να προβληθούν απόψεις που αναπτύχθηκαν για το ρεμπέτικο, ο διάλογος που έγινε, δηλαδή μια μεγάλη γκάμα απόψεων και διαφορετικών μεταξύ τους, επιτρέποντας έτσι ο αναγνώστης να σκεφτεί πάνω σ’ αυτές. Δε βάζει στο ίδιο τσουβάλι όλες τις διαφορετικές απόψεις, συμπεριλαμβανομένων και αυτών με τις οποίες ο ίδιος διαφωνεί, δεν τις εντάσσει σε ένα γενικό αφορισμό. Με εξαίρεση κάποιες περιπτώσεις που παρασύρθηκαν, ίσως από τη γενική αρνητική τους στάση ως και προκατάληψη απέναντι στο ΚΚΕ, με αποτέλεσμα η πολεμική τους να μη στηρίζεται σε αντικειμενικά στοιχεία. Στρέφει, σωστά, τα βέλη προς την εχθρική στάση των μηχανισμών του αστικού κράτους, της αστικής τάξης, ιδιαίτερα σε περιόδους οξυμμένης κρατικής καταστολής με απειλές, εκβιασμούς και διώξεις, μαζί και με το τσεκούρι της λογοκρισίας. Αναφέρεται στο ρόλο των μουσικών εταιριών στη χρησιμοποίηση - εμπορευματοποίηση του ρεμπέτικου σε συνδυασμό με την προσπάθεια να διαμορφώνουν αυτές τους όρους της εξέλιξης και μετεξέλιξης του ιδιαίτερα από τη 10ετία του ’50 ως τις μέρες μας.
Η αλλαγή ή η εναλλαγή της αστικής τακτικής υπηρετούσε τη χρησιμοποίηση του ρεμπέτικου για την απαλλαγή του από κάθε ίχνος αντίθεσης στην αδικία της εξουσίας, του συστήματος, στην απένταξή του από τη λαϊκή παράδοση και καλλιτεχνική δημιουργία από ορισμένες πλευρές. Οι τελευταίες βεβαίως είδαν τους στόχους τους να μην επιτυγχάνουν.
Η σημερινή έκδοση μαρτυρεί ότι τώρα το ΚΚΕ έχει τις προϋποθέσεις και τις δυνατότητες να καλύψει το όποιο υπαρκτό κενό προς όφελος μια νέας πιο ολοκληρωμένης προσπάθειας μελέτης και αξιολόγησης του ρεμπέτικου και την προβολή επίσης όσο γίνεται περισσότερων παλαιών και νεότερων συνθετών, καλλιτεχνών.