Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΜΙΣΘΩΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΤΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΤΩΝ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ


της Λουίζας Ράζου

Οταν γράφονταν αυτές οι γραμμές, μια νέα αντεργατική επίθεση βρισκόταν σε εξέλιξη. Το νέο Μνημόνιο που ψήφισαν, με απώλειες βουλευτών του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, αποτελεί ένα νέο μπαράζ μέτρων που θέτει πιο βαθιά στη χρεοκοπία την εργατική και λαϊκή οικογένεια. Στην ημερήσια διάταξη της επίθεσης βρέθηκαν ακόμα μια φορά η απόλυτη μείωση μισθών και συντάξεων, η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, η περικοπή παροχών, η γενικευμένη εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση παιδείας, υγείας, πρόνοιας, υποδομών και λειτουργίας μαζικών μεταφορών, ύδρευσης κλπ. Επιδιώκεται η έξοδος από την κρίση να γίνει πάνω στα ερείπια των εργατικών δικαιωμάτων, προκειμένου να διαμορφωθούν οι όροι να περάσει το κεφάλαιο, με πάμφθηνη την εργατική δύναμη, σε μια νέα περίοδο κερδοφορίας.

Επιχειρήθηκε παροξυσμός ιδεολογικής τρομοκρατίας για να σκύψει το κεφάλι η εργατική και λαϊκή πλειοψηφία και ταυτόχρονα εντείνεται το μπαράζ απατηλών υποσχέσεων για να σπρωχτεί η λαϊκή αγανάκτηση και ως ένα βαθμό η λαϊκή αφύπνιση σε βολικούς για το αστικό σύστημα δρόμους. Γι’ αυτό από τη μια καλλιεργούν το φόβο για το χειρότερο, όπως η απόλυση, η μη πληρωμή μισθών και συντάξεων, η έλλειψη βασικών τροφίμων και φαρμάκων και από την άλλη προβάλλουν ένα «κίνημα» που στις μορφές και στο περιεχόμενο δε θα αμφισβητεί την εξουσία του κεφαλαίου. Εδώ και πολλά χρόνια, αλλά ιδιαίτερα από την εποχή που εκδηλώθηκε η οικονομική καπιταλιστική κρίση, υπάρχει συγκεντρωμένη πείρα που καταδεικνύει τι σημαίνουν τα καλέσματα για «εθνική προσπάθεια», για «διάσωση της χώρας», για «συλλογική υπεύθυνη στάση» και άλλα ιδεολογήματα που είναι επενδυμένα με το μανδύα της ταξικής ουδετερότητας. Είναι το προανάκρουσμα για πιο βαθιά αντεργατική-αντιλαϊκή άσκηση πολιτικής από τα κόμματα της αστικής τάξης. Σε αυτό το φόντο απαιτείται να πάρει η εργατική τάξη τα μέτρα της, να δυναμώσει, να μαζικοποιήσει τους αγώνες της και ταυτόχρονα να πολιτικοποιήσει την πάλη της για ριζικές αλλαγές ως το επίπεδο της εξουσίας.

Η αγωνιστική αφύπνιση του λαού απαιτεί όσο ποτέ να τη διαπερνάει από πάνω μέχρι κάτω η διαχωριστική ταξική γραμμή για να γίνει πραγματικά κίνημα αντεπίθεσης και ανατροπής. Από αυτή την πλευρά σε αυτό το άρθρο θα μας απασχολήσουν ορισμένα «παλιά προβλήματα» που με νέα ένταση προβάλλουν στην καθημερινή δουλειά μας και χωρίς άλλες καθυστερήσεις πρέπει να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για την αντιμετώπισή τους. Αφορούν τη δουλειά του Κόμματος στις μισθωτές γυναίκες σε συνθήκες που η οικονομική καπιταλιστική κρίση βαθαίνει.

ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΟΣΟ ΠΟΤΕ Η ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΤΗΣ ΔΟΥΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΣΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ

«Οι γυναίκες δε συνιστούν ούτε τάξη, ούτε ένα ενιαίο στρώμα. Αυτές που έχουν αντικειμενικό συμφέρον από τη ριζική λύση του προβλήματος είναι οι γυναίκες που ανήκουν στην εργατική τάξη, την τάξη που θα απελευθερώσει την κοινωνία από κάθε μορφής εκμετάλλευση, σε κοινή δράση με εκείνους τους αυτοαπασχολούμενους και τους φτωχούς αγρότες που, λόγω της θέσης τους στην εκμεταλλευτική κοινωνία, η προοπτική τους είναι δεμένη με το σοσιαλισμό. Η νίκη της αντεπανάστασης χειροτέρευσε τους όρους πάλης των γυναικών και χρησιμοποιείται από τα αστικά κόμματα και τον οπορτουνισμό για την υποταγή στο σύστημα»1.

Τίθεται για τους κομμουνιστές και τις κομμουνίστριες, πρακτικά και όχι θεωρητικά, το εξής ερώτημα: Πόσο μαζικός, πόσο αποτελεσματικός, πόσο νικηφόρος εν τέλει μπορεί να είναι ο ταξικός αγώνας, αν δεν μπουν σε αυτόν με ορμή και αποφασιστικότητα νέες μάζες εργαζόμενων γυναικών; Το πρόβλημα δεν είναι καινούργιο. Εχει απασχολήσει τους θεωρητικούς του επιστημονικού κομμουνισμού, έχει απασχολήσει το κομμουνιστικό κίνημα από τα πρώτα του βήματα. Εχει απασχολήσει το ΚΚΕ, το οποίο διαθέτει εμπειρία δεκαετιών στην ανάδειξη του γυναικείου ζητήματος, σε όλες τις φάσεις της ταξικής πάλης, σε διάφορες περιόδους της ιστορίας του, σε νομιμότητα και παρανομία, σε όλες τις συνθήκες της δράσης του.

Σήμερα που στην ημερήσια διάταξη αντικειμενικά μπαίνει ο άλλος δρόμος ανάπτυξης που προτείνει το ΚΚΕ, με λαϊκή οικονομία και εξουσία που θα ικανοποιεί τις σύγχρονες ανάγκες και θα απαλλάξει το λαό μας από τις ιμπεριαλιστικές δεσμεύσεις και την εξουσία των μονοπωλίων, μπαίνει με νέα ένταση η ανάγκη να εξειδικευτεί η γενική πολιτική του Κόμματος στις γυναίκες, ώστε να προσεγγίσουν και να υιοθετήσουν τη διέξοδο που προτείνει το ΚΚΕ και ταυτόχρονα να συμμετέχουν ενεργά στην πάλη για ν’ αλλάξει η τάξη που είναι στην εξουσία. Αυτό προϋποθέτει ν’ απαλλαγούμε από κάθε πνεύμα καμπανιακής δουλειάς, από κάθε υπόλειμμα υποτίμησης που μπορεί να επιβιώνει στις γραμμές μας ως αποτέλεσμα προγενέστερων συνηθειών που αντιμετώπιζε τη γυναικεία δουλειά σαν ένα ήσσονος σημασίας καθήκον που δε σχετιζόταν με την έκβαση της ταξικής πάλης.

Οπωσδήποτε τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει σημαντικές θετικές αναπροσαρμογές στη δουλειά μας. Εχουμε προσαρμόσει στις σημερινές ανάγκες της εργατικής τάξης τις επεξεργασίες μας, συζητάμε πιο συχνά την πείρα της δουλειάς μας. Πού πρέπει να επιμείνουμε: Οταν μιλάμε για εξειδίκευση της γενικής πολιτικής του Κόμματος στις γυναίκες δεν εννοούμε ένα αυτοτελές μέτωπο πάλης. Μιλάμε για τα εργαλεία, τους τρόπους και τους κρίκους που θα χρησιμοποιήσουμε, ώστε μέσα από την πείρα τους οι γυναίκες της εργατικής τάξης να προσεγγίσουν και να ενταχθούν στην πάλη για το σοσιαλισμό - κομμουνισμό. Δεν έχει το ΚΚΕ μια άλλη ξεχωριστή πρόταση για τις γυναίκες και δε θα μπορούσε να έχει. Δεν έχει «ανεξάρτητη» πολιτική για το διεκδικητικό κίνημα των γυναικών. Το βλέπει σαν οργανικό στοιχείο του εργατικού κινήματος και ταυτόχρονα σαν πλευρά της κοινωνικής συμμαχίας στα πλαίσια της κοινής δράσης ΠΑΜΕ - ΠΑΣΕΒΕ - ΠΑΣΥ - ΜΑΣ - ΟΓΕ. Δεν προσεγγίζει τα προβλήματά τους έξω από το συνολικό πρόβλημα, ότι δηλαδή η γυναικεία ανισοτιμία είναι συνυφασμένη με το ταξικό πρόβλημα, με τη ρίζα της εκμετάλλευσης, τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. Αυτή είναι η πηγή των δεινών, γυναικών και ανδρών εργαζόμενων. Δεν μπορεί να υπάρξει ισοτιμία στον καπιταλισμό. Αντίθετα, η γυναικεία ανισοτιμία αξιοποιείται για να απομυζά περισσότερα κέρδη το κεφάλαιο.

Οταν λοιπόν αναφερόμαστε στην εξειδίκευση της δουλειάς μας στις γυναίκες, εννοούμε σε κάθε τομέα της δράσης του Κόμματος και του κινήματος να προβάλλουμε συγχρόνως μέτωπα πάλης και αιτήματα που αφορούν τη γυναικεία ανισοτιμία, δείχνοντας ταυτόχρονα το δρόμο της λύσης, όπου οι κατακτήσεις δε θα είναι μεμονωμένες και αποσπασματικές, αλλά συλλογικές και σίγουρες στο πλαίσιο της σοσιαλιστικής - κομμουνιστικής κοινωνίας.

Αυτό το καθήκον δεν μπορούμε να το υπηρετήσουμε σωστά αν δε γνωρίζουμε καλά και σε βάθος πώς εξειδικεύεται η πολιτική της αστικής τάξης στις γυναίκες και ιδιαίτερα στις μισθωτές. Προϋποθέτει να παρακολουθούμε τις εξελίξεις μέσα στους χώρους και στους κλάδους δουλειάς, να γενικεύουμε την πείρα από το πώς επιδρά η κυρίαρχη ιδεολογία στις συνειδήσεις των εργαζόμενων γυναικών. Προκειμένου να ενισχύσουμε αυτή την κατεύθυνση της μαζικής κομματικής δουλειάς, παρακάτω θα αναφερθούμε σε ορισμένες βασικές πλευρές της κυβερνητικής πολιτικής που προωθείται, με ιδιαίτερες επιπτώσεις στα δικαιώματα των εργαζόμενων γυναικών, στο όνομα της αντιμετώπισης της κρίσης.

ΟΙ ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ

Οι εργαζόμενες γυναίκες στην πλειοψηφία τους χρησιμοποιούνται και ως όχημα προκειμένου να επιταχυνθεί κάθε φορά η εφαρμογή νέων αντεργατικών επιλογών της αστικής τάξης. Π.χ. η μερική απασχόληση ντύθηκε με τον ιδεολογικό μανδύα της διευκόλυνσης των γυναικών, ώστε να συνδυάζουν την ευθύνη που έχουν για το οικογενειακό νοικοκυριό και την ανατροφή των παιδιών με τον επαγγελματικό βίο. Εξηγείται άλλωστε στη βάση της δομής της ίδιας της καπιταλιστικής οικονομίας το γιατί οι γυναίκες αποτελούν πραγματικά σήμερα το τμήμα εκείνο των εργαζομένων που μετράει τα υψηλότερα ποσοστά σε ανεργία (21,2% το Γ΄ τρίμηνο του 2011, έναντι 15% των ανδρών), σε θέσεις μερικής απασχόλησης (10,2% το Γ΄ τρίμηνο του 2011, έναντι 4,4% των ανδρών), αλλά και σε κακοπληρωμένες θέσεις εργασίας.

Η μη αναγνώριση του κοινωνικού χαρακτήρα της μητρότητας, οι ελλείψεις σε μονάδες φροντίδας και Πρόνοιας για τους εξαρτημένους ενήλικες μιας οικογένειας και τα παιδιά, δένουν τη γυναίκα με το νοικοκυριό, την αναγκάζουν είτε να αποχωρήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα από την εργασία είτε να αποδεχτεί τη μερική απασχόληση, ώστε να ανταποκρίνεται στο διπλό της ρόλο, καθώς ο οικογενειακός προϋπολογισμός δεν μπορεί να καλύψει τα έξοδα που προκύπτουν για τη φροντίδα των ηλικιωμένων, των χρονίως πασχόντων και των παιδιών. Αυτά οδηγούν στο να ξεκόβεται η εργαζόμενη γυναίκα από την παραγωγή, να μην έχει εισόδημα και κοινωνική ασφάλιση, να χάνει προϋπηρεσία, να μην επιλέγεται σε θέσεις ευθύνης ή να αναγκάζεται να συμβιβάζεται με θέσεις εργασίας σε κλάδους όπου το μεροκάματο είναι μικρότερο και η επαγγελματική εμπειρία δε θεωρείται προαπαιτούμενο (π.χ. Εμπόριο, Υπηρεσίες κλπ.), να εργάζεται ανασφάλιστη, κ.ά. Φυσικά, πέραν των προαναφερόμενων, η γυναίκα εξακολουθεί να δυσκολεύεται περισσότερο να βγει στην παραγωγή, να βρει δουλειά, σε σχέση με τον άντρα. Εξαίρεση αποτελούν ορισμένα επαγγέλματα, τα οποία ποντάρουν σε ορισμένα χαρακτηριστικά της γυναίκας στις συνθήκες του καπιταλισμού, όπως μπαρ, υπηρεσίες καθαριότητας, καμαριέρες, πωλήτριες, υπάλληλοι σε κομμωτήρια κ.ά.

Είναι ενδεικτικό, ότι τόσο το Β΄τρίμηνο του 2007 όσο και το Γ΄τρίμηνο του 2011 το 42,5% και το 54% αντίστοιχα των γυναικών στο σύνολο των εργαζομένων αναγκάστηκαν να εργαστούν με καθεστώς μερικής απασχόλησης2, επειδή δεν μπορούσαν να βρουν δουλειά με πλήρη απασχόληση. Το μοίρασμα της ανεργίας με τη μορφή της μερικής απασχόλησης, η αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης μέσω αυτής, αξιοποιώντας τις αλλαγές που έχουν επέλθει στον αναγκαίο χρόνο εργασίας, είναι γενική τάση του κεφαλαίου, η οποία αποτυπώνεται και στις κατευθύνσεις της ΕΕ, όπως στο πακέτο μέτρων που περιλαμβάνεται στο Σύμφωνο για το Ευρώ, στη Στρατηγική «Ευρώπη 2020», αλλά και στην προκάτοχο Στρατηγική της Λισαβόνας από το 2000. Στην Ελλάδα, αν και καθυστέρησε η επέκταση της μερικής απασχόλησης στο σύνολο των εργαζομένων (Β΄ τρίμηνο 2007 5,5% και Γ΄ τρίμηνο 2011 8%), σήμερα στις συνθήκες της παρατεταμένης κρίσης είναι συγκαλυμμένη η επέκτασή της με τη μη πλήρη καταγραφή της πραγματικότητας των υποχρεωτικών εβδομαδιαίων 3ήμερων ή 4ήμερων κλπ.

Είναι χαρακτηριστικό το μοντέλο των minijobs που υπάρχει στη Γερμανία. Πρόκειται για μια μορφή μερικής απασχόλησης που εφαρμόστηκε σταδιακά από το 1990 μέχρι το 2003 με τις λεγόμενες μεταρρυθμίσεις Hartz, που υποτίθεται πως είχαν στόχο τη μείωση της ανεργίας, η οποία όμως αυξήθηκε. O εργαζόμενος στα minijobs αμείβεται με 400 ευρώ το πολύ το μήνα, ενώ το κόστος ζωής είναι κατά μέσο όρο υψηλότερο σε σχέση με την Ελλάδα. Ο εργοδότης καταβάλλει 120 ευρώ στο κράτος ως εργοδοτικό φόρο και κοινωνική ασφάλιση του εργαζόμενου και με αυτό τον τρόπο ο εργαζόμενος αφενός συνεχίζει να συνδέεται με το σύστημα κοινωνικών ασφαλίσεων και δεν εμφανίζεται άνεργος, αφετέρου όμως αυτά που βγάζει δεν του φτάνουν για να ζήσει! Είναι χαρακτηριστικό ότι την άνοιξη του 2011 οι εργαζόμενοι στα minijobs στη Γερμανία ήταν συνολικά 7,3 εκατομμύρια, εκ των οποίων τα 3,2 εκατομμύρια ήταν γυναίκες, για τις οποίες αποτελούσε τη μόνη εργασιακή απασχόληση.

Οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες στα minijobs, αν και τυπικά έχουν τα ίδια δικαιώματα με τους εργαζόμενους με πλήρη απασχόληση, αμείβονται με χαμηλότερους μισθούς, έχουν λιγότερα ένσημα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη σύνταξη και την παροχή υπηρεσιών Υγείας - Πρόνοιας. Αρα η επιτυχία του μοντέλου περιορίζεται στο να φουσκώνουν ακόμα περισσότερο τα κέρδη των καπιταλιστών από το μεγαλύτερο ποσοστό υπεραξίας που αποσπούν από τους εργαζόμενους με τέτοιες μορφές εργασίας.

Αντικειμενικά λοιπόν η επίθεση που δέχεται συνολικά σήμερα η εργατική τάξη σε μισθούς, εργασιακά δικαιώματα κλπ. βαραίνει πολλαπλάσια τις εργαζόμενες γυναίκες.

Με το ν. 3846/10 επεκτείνεται η μερική απασχόληση και στις πρώην ΔΕΚΟ, σε φορείς και οργανισμούς του Δημόσιου. Πρακτικά σημαίνει λιγότερες ώρες εργασίας με μικρότερο μισθό και με λιγότερα εργασιακά, ασφαλιστικά δικαιώματα. Με το ν. 3899/10 οι όροι της μερικής απασχόλησης μπορούν πλέον να τροποποιηθούν σε χειρότερη κατεύθυνση για τους εργαζόμενους με ειδικές επιχειρησιακές συμβάσεις, π.χ. να μην πληρώνεται προσαυξημένη η ώρα πέραν του μειωμένου ωραρίου που έχει συμφωνηθεί.

Σύμφωνα με το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ), οι συμβάσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης που μετατράπηκαν το πρώτο δίμηνο του 2011 σε μερική απασχόληση είναι αυξημένες κατά περίπου 200% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2010. Επίσης οι συμβάσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης που μετατράπηκαν με τη «σύμφωνη γνώμη των εργαζομένων» σε εκ περιτροπής αυξήθηκαν κατά περίπου 1.122%. Η μετατροπή μονομερώς από τους εργοδότες των συμβάσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης σε μερικής αυξήθηκε κατά 2.725% σε σχέση με το αντίστοιχο ποσοστό του 2010. Και αυτά είναι μονάχα τα δηλωθέντα στο ΣΕΠΕ στοιχεία.

Δεδομένου ότι -σύμφωνα με τα στοιχεία του ΣΕΠΕ για το 2010- το 33,62% των εργαζόμενων γυναικών απασχολούνταν με μερική απασχόληση, γίνεται εύκολα αντιληπτό το μέγεθος του προβλήματος και οι συνέπειές του στο βιοτικό επίπεδο των γυναικών και των οικογενειών τους.

Η εκ περιτροπής εργασία επεκτάθηκε (ν. 3846/10) από το χρονικό όριο των έξι μηνών που ίσχυε, στους εννέα μήνες στο ίδιο ημερολογιακό έτος. Ηδη μέσα στο 2010 αυξήθηκε κατά 17,86%.

Οι καπιταλιστές, με τη στήριξη των εκάστοτε κυβερνήσεων και της ΕΕ, του κυβερνητικού κι εργοδοτικού συνδικαλισμού, εφαρμόζουν σύγχρονες μορφές σκλαβοπάζαρων μέσω των Γραφείων Εύρεσης Εργασίας ή των Εταιριών Προσωρινής Απασχόλησης, όπως ονομάζονται «θεσμικά». Οι θεσμοί αυτοί ξεκίνησαν στην Ελλάδα τη δεκαετία του 1990 και νομιμοποιήθηκαν από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 2001. Κάτω από το βάρος της ανεργίας, περίπου 50.000 εργαζόμενοι αναγκάζονται σήμερα να εργάζονται μέσα από τα Γραφεία αυτά. Μόνο στον τομέα της καθαριότητας υπολογίζεται ότι εργάζονται 15.000 περίπου γυναίκες. Συχνά δεν έχουν μόνιμο χώρο εργασίας ούτε και μόνιμο αντικείμενο εργασίας, καθώς επιλέγονται για να αντικαταστήσουν κάποιον εργαζόμενο με άδεια ασθενείας στη μια ή την άλλη εταιρία, να καλύψουν ορισμένα κενά σε περιόδους αυξημένης ζήτησης εργατικού δυναμικού κλπ. Σε βάρος τους πλουτίζουν από τη μια ο «άμεσος» εργοδότης-Γραφείο και από την άλλη ο «έμμεσος» εργοδότης. Το καπιταλιστικό σύστημα επωφελείται διπλά από αυτές τις εργαζόμενες, καθώς το μεροκάματο ή ο μισθός μέσω των ατομικών συμβάσεων είναι κατώτερος εκείνου της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΣΣΕ). Ταυτόχρονα γιγαντώνονται οι δυσκολίες να ενταχθούν στο όποιο εργατοϋπαλληλικό σωματείο εξαιτίας της μετακίνησής τους από εργασιακό σε εργασιακό χώρο, από κλάδο σε κλάδο.

Παρατηρείται ότι αυτές οι εργαζόμενες συχνότατα υπογράφουν διαφορετικές συμβάσεις από την ειδικότητα στην οποία δουλεύουν, με αποτέλεσμα να κερδίζουν οι εργοδότες («άμεσοι» και «έμμεσοι») από μη απόδοση επιδομάτων, όπως π.χ. Η/Υ, ξένων γλωσσών κλπ., αλλά και άδειες τοκετού, λοχείας, μητρότητας, μικρότερους μισθούς κλπ. Η ασυδοσία δε σταματά όμως εκεί. Για τις εργαζόμενες, με το καθεστώς της ενοικίασης δεν υφίσταται κανένα δικαίωμα που να σχετίζεται με τη μητρότητα.

Μέχρι το 2010 ίσχυε χρονικό όριο 18 μηνών για τη χρήση του καθεστώτος ενοικιαζόμενης εργασίας από τους «άμεσους» εργοδότες, που με το ν. 3846/10 επεκτάθηκε στους 36 μήνες. Σπάνια βέβαια τηρούνται τα όρια αυτά, καθώς μπορεί ανάμεσα στα 18μηνα και 36μηνα να μεσολαβήσει ένας μήνας μαύρης εργασίας ή και απόλυσης και μετά να γίνει επαναπρόσληψη και να παραμένει η εργαζόμενη περισσότερο διάστημα στην ενοικίαση.

Οι χιλιάδες απολύσεις, που δρομολογούνται μέσα στο 2012 στο Δημόσιο και στον ευρύτερο Δημόσιο τομέα μέσω της λήξης της σύμβασης και του κλεισίματος οργανισμών με βάση το νέο μνημόνιο, θα αγγίξουν σε μεγάλο βαθμό τις γυναίκες, καθώς το ποσοστό των γυναικών που εργάζονται στο Δημόσιο είναι μεγάλο (σύμφωνα με την αστική στατιστική 488.100, δηλαδή το 30% επί του συνόλου των εργαζόμενων γυναικών). Χιλιάδες γυναίκες θα βρεθούν το επόμενο διάστημα στην ανεργία.

Με την εξέλιξη αυτή μια σειρά υπηρεσίες και τομείς κοινωνικών παροχών, προκειμένου να καλύψουν τα κενά που θα προκύψουν, θα προσλαμβάνουν είτε συμβασιούχους (ήδη έγινε στους δημοτικούς παιδικούς σταθμούς τους τελευταίους μήνες του 2011 και τώρα απολύονται) είτε εργαζόμενους μέσω των λεγόμενων προγραμμάτων Κοινωφελούς Εργασίας. Δηλαδή πάλι μια μάζα γυναικών θα απασχολείται προσωρινά και ελαστικά, με χαμηλά μεροκάματα κι ελάχιστα δικαιώματα και ταυτόχρονα θα υποβαθμιστούν σημαντικοί τομείς κοινωνικών υπηρεσιών.

Το νέο Μνημόνιο έρχεται να επιβάλει ακόμα πιο σκληρά, αντιδραστικά μέτρα, τα οποία προβλέπεται να εφαρμοστούν μέσα στο 2012 και μέχρι το 2015.

Με τις δραματικές μειώσεις στους μισθούς3 (που φτάνουν το 30%-40%), οι ισχυρισμοί των κομμάτων της συγκυβέρνησης ότι έσωσαν το 13ο και 14ο μισθό ή ότι «μάχονται» για τις συντάξεις είναι κοροϊδία και πρόκληση για τη νοημοσύνη των εργαζομένων. Η μείωση των μισθών θα συμπαρασύρει προς τα κάτω και τις προνοιακές παροχές και τα επιδόματα (μητρότητας, εξάμηνη άδεια λοχείας, ασθενείας, ατυχήματος, ανεργίας κ.ά.), αφού αυτά συνδέονται με το κατώτερο ημερομίσθιο του ανειδίκευτου εργάτη.

Το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων το επόμενο διάστημα θα πέσει κατακόρυφα. Ηδη, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ, δημοσιευμένη στις αρχές του περασμένου Γενάρη, το 20,1% του πληθυσμού της Ελλάδας βρίσκονται στο κατώφλι της φτώχειας, δηλαδή περισσότεροι από 3 εκατομμύρια ζουν με λιγότερα από 7.180 ευρώ ετήσιο ατομικό εισόδημα.

Ιδιαίτερα επιβαρυντικές είναι οι συνέπειες για τις γυναίκες, καθώς οι κατηγορίες του πληθυσμού που απειλούνται από τη φτώχεια είναι κύρια:

• Το 40,0% των άνεργων γυναικών.

• Το 33,4% των μονογονεϊκών νοικοκυριών με τουλάχιστον ένα εξαρτώμενο παιδί.

• Το 30,1% των νοικοκυριών με έναν ενήλικα ηλικίας 65 ετών και άνω.

• Το 29,3% των νοικοκυριών με 3 ή περισσότερους ενήλικες με εξαρτώμενα παιδιά.

• Το 27,7% των μονοπρόσωπων νοικοκυριών με μέλος γυναίκα.

• Το 23% των παιδιών ηλικίας 0-17 ετών.

Ταυτόχρονα χρειάζεται να πάρουμε υπόψη μας ότι η οικονομική πάλη, που προσδιορίζεται καταρχήν μέσα από την πάλη για ΣΣΕ, είναι αυτή που σε πρώτη φάση τραβάει τους μισθωτούς στον αγώνα, τους πείθει για την αναγκαιότητα της συμμετοχής στην οργανωμένη πάλη.

Με την κατάργηση των ΣΣΕ, την καθιέρωση των ατομικών συμβάσεων, την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων περιορίζονται τα μέσα για την πάλη αυτή. Αυτό καλλιεργεί τη μοιρολατρία, την απογοήτευση, το συμβιβασμό, ιδιαίτερα στο κομμάτι εκείνο των μισθωτών που δεν έχουν πείρα.

ΟΙ ΑΛΛΑΓΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΤΑ ΒΑΡΙΑ ΚΑΙ ΑΝΘΥΓΙΕΙΝΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ (ΒΑΕ)

Η συζήτηση για το ποια επαγγέλματα πρέπει να μπουν ή να εξαιρεθούν από τα ΒΑΕ στόχευε και στοχεύει στην αυθαίρετη αναθεώρηση της λίστας, στην αλλοίωση του θεσμού και -στην πράξη- στη σταδιακή κατάργησή του. Χωρίς επιστημονική τεκμηρίωση, αφού δεν υπάρχουν επιστημονικές μελέτες και τα απαραίτητα στοιχεία που να επιτρέπουν μια ουσιαστική αξιολόγηση της επικινδυνότητας σε εργασιακούς χώρους και κλάδους, κάτι που ομολογείται από τις σχετικές εκθέσεις και συζητήσεις στο πλαίσιο των εκάστοτε επιτροπών αναθεώρησης των ΒΑΕ, προχώρησαν στον αποχαρακτηρισμό μιας σειράς επαγγελμάτων, ειδικοτήτων, κλάδων που ήταν ενταγμένα στα ΒΑΕ.

Με βάση τη λίστα που δημοσιοποιήθηκε, εντάσσονται νέοι κλάδοι που στην πλειοψηφία των περιπτώσεων αντιστοιχούν σε βαριές και επικίνδυνες εργασίες που από χρόνια έπρεπε να είχαν ενταχθεί στα ΒΑΕ, όπως το νοσηλευτικό προσωπικό των νοσοκομείων, οι εργαζόμενοι στους βιολογικούς καθαρισμούς, οι αγρεργάτες που απασχολούνται σε θερμοκήπια και ψεκασμούς, οι εναερίτες ηλεκτρολόγοι κ.ά. Ομως πετάγονται εκτός λίστας 166.000 εργαζόμενοι σε μια σειρά κλάδους, επαγγέλματα και ειδικότητες, όπως μάγειροι και μαγείρισσες, καμαριέρες, σερβιτόροι και σερβιτόρες, χιλιάδες καθαρίστριες με μερική απασχόληση, αλλά και με πλήρη απασχόληση στην περίπτωση που εργάζονται στα γραφεία δημοσίων επιχειρήσεων, στα ΝΠΔΔ, ΝΠΙΔ που ανήκουν στο κράτος, στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α΄ και Β΄ βαθμού και στις επιχειρήσεις τους. Ακόμα, εκτός λίστας τίθενται υπάλληλοι, διοικητικοί, επιστάτες, φύλακες σε κλάδους βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας. Σε αυτούς προστίθενται οι ζαχαροπλάστες, οι κομμώτριες-κομμωτές, οι ταμίες πολυδύναμων σούπερ μάρκετ κ.ά. Πρόκειται για ειδικότητες και κλάδους που συγκεντρώνεται μεγάλη πλειοψηφία των εργαζόμενων γυναικών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την υγεία τους. Πιο συγκεκριμένα για τις εργαζόμενες γυναίκες σε κλάδους που πετιούνται εκτός λίστας:

Στον Επισιτισμό - Τουρισμό:

Οι καμαριέρες. Ερχονται σε επαφή καθ’ όλη τη διάρκεια του ωραρίου τους με χημικές ουσίες. Πρόκειται για εργασία που απαιτεί πολλές ώρες ορθοστασίας, είναι κυκλική (βάρδιες), άρα προβλέπεται και νυχτερινή εργασία. Η πλειοψηφία των εργαζομένων πάσχει από προβλήματα του μυοσκελετικού συστήματος, αντιμετωπίζει προβλήματα στο αναπαραγωγικό σύστημα, κατά τη διάρκεια της κύησης με βάση την εντατικοποίηση της εργασίας, τη συνεχιζόμενη επαφή με επικίνδυνες χημικές ουσίες. Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα πρόκλησης εργατικού ατυχήματος (π.χ. πτώσεις). Στα μεγάλα ξενοδοχεία πλέον η εργοδοσία προσλαμβάνει καμαριέρες μέσω εργολαβικών γραφείων. Η πλειοψηφία τους είναι μετανάστριες με ορισμένου χρόνου συμβάσεις, χωρίς δικαιώματα.

Οι μαγείρισσες. Οι συνθήκες εργασίας για τις εργαζόμενες συνεχώς επιδεινώνονται. Για παράδειγμα, οι θερμοκρασίες που αναπτύσσονται από τις εστίες είναι ιδιαίτερα επικίνδυνες για το αναπαραγωγικό σύστημα των μαγείρων και μαγειρισσών. Μπορεί να εκτίθενται σε καρκινογόνους παράγοντες. Σε μια σειρά μελέτες αναδεικνύεται η πιθανότητα για εκδήλωση καρκίνου (π.χ. του πνεύμονα) σε εργαζόμενους σε μαγειρεία.

Οι λαντζέρισσες. Η ορθοστασία, η επαναλαμβανόμενη χειρωνακτική εργασία είναι από τα χαρακτηριστικά του επαγγέλματος που ισχύουν μέχρι σήμερα και οδηγούν σε μια σειρά μυοσκελετικά προβλήματα.

Στο Εμπόριο:

Μέχρι τώρα στον κλάδο του εμπορίου έπαιρναν ανθυγιεινό ένσημο οι ταμίες. Επίσης ήταν ενταγμένοι στα ΒΑΕ οι εργαζόμενοι στις αποθήκες τροφίμων των σούπερ μάρκετ. Αντί να διευρυνθεί η λίστα των ειδικοτήτων στον κλάδο του Εμπορίου που να είναι ενταγμένες στα ΒΑΕ, όπως οι εμποροϋπάλληλοι στις αποθήκες, στα ψυγεία, με τη νέα λίστα πετιούνται ακόμα και αυτές οι ειδικότητες.

Οι καθαρίστριες: Σήμερα η πλειοψηφία των εργαζόμενων είναι ανασφάλιστες, με μερική απασχόληση ή εργάζονται σε εργολάβους. Η εντατικοποίηση της εργασίας, η επαφή με χημικές ουσίες (καθαριστικά), οι συνθήκες εργασίας επιταχύνουν τη φθορά της υγείας των καθαριστριών και τους επαγγελματικούς κινδύνους. Δεν τεκμηριώνεται από πουθενά ότι οι καθαρίστριες στις δημόσιες υπηρεσίες, όπως ισχυριζόταν η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, δεν εκτίθενται στους παραπάνω παράγοντες επαγγελματικού κινδύνου.

Οι κομμώτριες: Πρόκειται για ένα επάγγελμα όπου πλήθος μελετών της διεθνούς βιβλιογραφίας τεκμηριώνει ότι αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα υγείας λόγω επίπονων στάσεων εργασίας. Με βάση τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας το επάγγελμα του κομμωτή-κομμώτριας προσδιορίζεται ως πιθανό καρκινογενές επάγγελμα. Η επαφή με χημικές ουσίες, η εντατικοποίηση της εργασίας, η πολύωρη ορθοστασία, οι επαναλαμβανόμενες επίπονες κινήσεις οδηγούν σε σοβαρές ασθένειες.

Η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης στα 65 έτη για τις εργαζόμενες γυναίκες σε αυτούς τους κλάδους και τις ειδικότητες σημαίνει περισσότερα προβλήματα υγείας στον ήδη επιβαρυμένο οργανισμό τους από τα πολλαπλά βάρη της οικογένειας και από την πολύχρονη εργασία στα ΒΑΕ, τη μείωση μισθών για τους νέους και τις νέες εργαζόμενες. Επίσης θα έχει συνέπειες στις συντάξεις των εργαζόμενων που ήταν ενταγμένοι στα ΒΑΕ.

Η επίθεση στα ΒΑΕ συνδέεται άμεσα με το σύνολο των ανατροπών στις εργασιακές σχέσεις, στο ασφαλιστικό σύστημα, σε Υγεία - Πρόνοια. Πιο συγκεκριμένα, η κατάργηση επί της ουσίας των κλαδικών συμβάσεων εργασίας, η γενίκευση των ελαστικών σχέσεων εργασίας, η εκ περιτροπής εργασία, η μερική απασχόληση και η ελαστικοποίηση των ωραρίων, είτε με το σπαστό ωράριο σε κλάδους όπως το Εμπόριο, ο Επισιτισμός-Τουρισμός είτε με την αύξηση των υπερωριών, έχουν ως συνέπεια την επιδείνωση των συνθηκών εργασίας και ζωής, της πρόληψης και προστασίας της υγείας για το σύνολο της εργατικής τάξης. Ταυτόχρονα καθιστούν ανεφάρμοστη στην πράξη την πρόβλεψη για εκτίμηση της έκθεσης των εργαζομένων σε βλαπτικούς παράγοντες (είτε αναφερόμαστε στις μετρήσεις στο εργασιακό περιβάλλον είτε στον ιατρικό έλεγχο των εργαζόμενων). Για παράδειγμα, στην περίπτωση των καθαριστριών που εργάζονται 4-5 ώρες ημερησίως ή με σπαστό ωράριο ή σε διαφορετικούς χώρους, των εμποροϋπαλλήλων σε σούπερ μάρκετ που εργάζονται με μερική απασχόληση, των καμαριέρων που εργάζονται μέσω εργολάβου, δεν υπάρχουν τα ανάλογα μεθοδολογικά εργαλεία για την εκτίμηση της έκθεσης των εργαζόμενων γυναικών σε αυτούς τους κλάδους σε βλαπτικούς παράγοντες του εργασιακού περιβάλλοντος. Τα υφιστάμενα όρια βασίζονται σε 8ωρη έκθεση των εργαζόμενων σε συγκεκριμένο περιβάλλον.

Η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, οι μειώσεις μισθών και συντάξεων, η μείωση της εισφοράς των εργοδοτών, το «τσεκούρεμα» των ασφαλιστικών ταμείων, μαζί με την εμπορευματοποίηση της Υγείας - Πρόνοιας οξύνει ακόμα περισσότερο την κατάσταση.

Την ίδια στιγμή στο έδαφος της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης αυξάνεται η ανασφάλιστη - «μαύρη» εργασία, που αφορά ιδιαίτερα τις νέες εργαζόμενες και μετανάστριες. Το κλείσιμο επιχειρήσεων, η μαζική ανεργία ειδικά στις γυναίκες, οι απολύσεις, η εργασιακή ανασφάλεια και εργοδοτική τρομοκρατία, οι μειώσεις μισθών και συντάξεων, η αύξηση των φόρων - χαρατσιών οδηγούν σε αύξηση των ψυχοκοινωνικών παραγόντων κινδύνου στις εργαζόμενες και εργαζόμενους, στο σύνολο της εργατικής λαϊκής οικογένειας. Οι εργαζόμενες γυναίκες είναι πιο ευάλωτες στην αναδίπλωση, στην υποχώρηση στις απαιτήσεις της εργοδοσίας, με αποτέλεσμα να μη διεκδικούν συλλογικά και μέτρα υγείας και ασφάλειας στην εργασία.

Οι εργοδότες, με κριτήριο την κερδοφορία της επιχείρησης, δεν εφαρμόζουν ούτε τα στοιχειώδη μέτρα Υγείας και Ασφάλειας της Εργασίας (ΥΑΕ) και φυσικά δεν εφαρμόζουν ούτε καν την υπάρχουσα νομοθεσία για την ΥΑΕ. Εντείνουν τις πιέσεις για εντατικοποίηση της εργασίας, με το χαμηλότερο για αυτούς κόστος, άρα με το ελάχιστο, φθηνότερο εργατικό δυναμικό (ενοικιαζόμενοι εργαζόμενοι, εργαζόμενοι σε εργολάβους, νέοι εργαζόμενοι 18-25 ετών με 400 ευρώ μισθό, πρακτικάριοι από Επαγγελματικές Σχολές του ΟΑΕΔ). Στην πλειοψηφία των επιχειρήσεων δεν υπάρχει καν γραπτή εκτίμηση επαγγελματικού κινδύνου, ενώ δεν έχει θεσμοθετηθεί αποδεκτή μεθοδολογία εκτίμησης. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις εργατικών ατυχημάτων - εγκλημάτων και σε επαγγέλματα που δουλεύουν γυναίκες και όπου οι εργοδότες μετακυλύουν την ευθύνη στους ίδιους τους εργαζόμενους και εργαζόμενες. Υποστηρίζουν ότι είναι δική τους ευθύνη ότι δεν πήραν τα απαραίτητα μέτρα ασφαλείας.

Σε αυτή την κατάσταση συμβάλλει και η ελεγκτική δράση του ΣΕΠΕ που είναι τυπική. Σε αυτό συντελεί, όχι μόνο η έλλειψη προσωπικού και εξοπλισμού, η απουσία ενιαίας μεθοδολογίας ελέγχων, αλλά κύρια ο προσανατολισμός του ΣΕΠΕ που μετατοπίζει την εργοδοτική ευθύνη στους τεχνικούς ασφαλείας, στους γιατρούς εργασίας, στους εργαζόμενους.

ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΩΝ ΜΙΣΘΩΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ

Η ΕΕ και οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ χρησιμοποίησαν υποκριτικά το επιχείρημα της ισότητας των δυο φύλων για ν’ αυξήσουν τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης και στις γυναίκες και στους άντρες. Ετσι κατάργησαν την πενταετή διαφορά στη συνταξιοδότηση των γυναικών που είναι η ελάχιστη αναγνώριση των ιδιαίτερων αναγκών της γυναίκας που προκύπτει από τη θέση της στην αναπαραγωγή του είδους.

Ο καπιταλισμός παίρνει πίσω τα περισσότερα δικαιώματα που είχε υποχρεωθεί να παραχωρήσει στη γυναίκα σε συνθήκες γενικευμένων κατακτήσεων του εργατικού κινήματος, πρώτ’ απ’ όλα λόγω της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ και σε άλλα κράτη της Ευρώπης. Επιτίθεται με στόχο τη φθηνότερη εργατική δύναμη γιατί έχει επέλθει αλλαγή στη διεθνή αγορά εργατικής δύναμης με τα δισεκατομμύρια της Κίνας, Ινδίας κλπ.

Το επιχείρημα ότι πρέπει να καταργηθούν όποιες θετικές ρυθμίσεις υπάρχουν υπέρ των γυναικών στο όνομα των ίσων δικαιωμάτων και της ισότητας των δυο φύλων γίνεται ίσως εύκολα αποδεκτό από πολλούς, γιατί αντιλαμβάνονται λαθεμένα την ισότητα των δύο φύλων. Δεν αντιλαμβάνονται την κοινωνική ανισοτιμία ανάμεσα στα δύο φύλα που δεν είναι ισότητα. Παραγνωρίζονται οι βιολογικές διαφορές, αλλά και οι διαφορές κοινωνικής φύσης που έχουν ήδη διαμορφωθεί σε βάρος των γυναικών μέσα στους αιώνες, που διατηρούνται και αυξάνονται στα πλαίσια του εκμεταλλευτικού οικονομικού κοινωνικού συστήματος, του καπιταλισμού. Και είναι αυτές ακριβώς οι διαφορές που λειτουργούν ως εμπόδια στην ένταξη των γυναικών στην κοινωνική εργασία, στη συμμετοχή της στην ταξική πάλη, στην ανάπτυξη της ταξικής συνείδησης.

Η ηλικία συνταξιοδότησης είναι 65 χρόνια για άντρες και γυναίκες με 40 χρόνια εργασίας. Ο νόμος όμως δίνει το «δικαίωμα» να φτάσει ο εργαζόμενος μέχρι τα 50 χρόνια εργασίας (!). Δηλαδή δεν υποχρεώνει, όπως πριν, να συνταξιοδοτείται κάποιος στα 35 ή 37 χρόνια εργασίας.

Στο όνομα της προστασίας της μητρότητας, αλλά και της λεγόμενης ισότητας των δυο φύλων, έχουν καταργηθεί όσα θετικά μέτρα είχαν απομείνει υπέρ των εργαζόμενων γυναικών και ειδικά των εργαζόμενων μητέρων (π.χ. πρόωρη συνταξιοδότηση των εργαζόμενων μητέρων με ανήλικο παιδί που άρχισαν να δουλεύουν από το 1983-1992). Με το παλιό καθεστώς, την προηγούμενη νομοθεσία, προβλεπόταν πλήρης σύνταξη στα 55 χρόνια με 5.500 ένσημα (18,5 χρόνια) στον ιδιωτικό τομέα και μειωμένη σύνταξη στα 50. Στο Δημόσιο και στις πρώην ΔΕΚΟ ίσχυε 25 χρόνια ασφάλιση (7.500 ένσημα) και 50 χρόνια ηλικίας. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο το 2009 ουσιαστικά επικύρωσε το νόμο Ρέππα 3029/2002 για τη σταδιακή αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης στα 65 για τις εργαζόμενες στο δημόσιο.

Σήμερα για τις εργαζόμενες μητέρες στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα και μέχρι την 31η Δεκέμβρη του 2015 υπάρχουν οι εξής μεταβατικές ρυθμίσεις:

Διατηρούνται τα δικαιώματα στην ηλικία συνταξιοδότησης που έχουν οι μητέρες, εφόσον θεμελιώσουν δικαίωμα μέχρι 31 Δεκέμβρη 2014 (δηλαδή 25ετία ή 7.500 ένσημα). Βέβαια με το ν. 3863/2010 αυξάνεται από 1 Γενάρη 2011 κατά ένα χρόνο η ηλικία συνταξιοδότησης μέχρι το 2015. Δηλαδή το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης των 52 ετών που υπήρχε, γίνεται 53 το 2011, 54 το 2012, 55 το 2013, 56 το 2014 και 57 το 2015 (31 Δεκέμβρη 2015).

Για την πρόωρη συνταξιοδότηση των μητέρων στον ιδιωτικό τομέα απαιτούνται 4.500 ένσημα (η κατώτερη σύνταξη) και 52 χρόνια ηλικία.

Με βάση αυτό το νόμο (3863/2010), οι συντάξεις θα αναπροσαρμόζονταν από την 1η Γενάρη 2014 (άρθρο 11) κατ’ έτος, ύστερα από κοινή απόφαση των υπουργών οικονομικών, εργασίας και κοινωνικής ασφάλισης. Ομως ο ν. 4024/2011, άρθρο 2, §10 μεταφέρει την παραπάνω ημερομηνία στην 1η Γενάρη 2016.

Σημαντικές επιπτώσεις στο βιοτικό επίπεδο των εργαζόμενων και των γυναικών θα έχουν οι εξελίξεις στο συνταξιοδοτικό καθεστώς, που προβλέπονται στο νέο μνημόνιο:

• Οι μειώσεις των επικουρικών συντάξεων, αλλά και των κύριων, ιδιαίτερα των προερχόμενων από πρώην ΔΕΚΟ και Τράπεζες, κατά 12% έως 15% με αναδρομική ισχύ από 1 Γενάρη 2012 και μείωση κατά 7% της κύριας σύνταξης του ΝΑΤ. Πέρα από αυτές τις μειώσεις στις συντάξεις, αντικειμενικά, με τις μειώσεις των μισθών θα μειωθούν και οι συντάξεις, άμεσα αυτών που είναι κοντά στο χρόνο συνταξιοδότησης (55-64 χρόνων), αλλά και των νεοπροσλαμβανόμενων. Επίσης με τις μειώσεις μισθών, την αύξηση της ανεργίας και της μερικής απασχόλησης θα μειωθούν τα έσοδα των ασφαλιστικών ταμείων και θα αδυνατούν να πληρώσουν ακόμα και αυτές τις πενιχρές συντάξεις.

• Οι μειώσεις κατά 5% αρχικά των ασφαλιστικών εισφορών των εργοδοτών που συμπεριλαμβάνουν και αυτές των Οργανισμών Εργατικής Κατοικίας και Εργατικής Εστίας, οι οποίοι οδηγούνται σε κλείσιμο.

• Επίσης νέα μείωση κατά 3% των εισφορών των εργοδοτών στο ΙΚΑ από 1 Γενάρη 2013.

Ταυτόχρονα γίνονται αλλαγές και στη συνταξιοδότηση όσον αφορά τα Βαρέα και Ανθυγιεινά Επαγγέλματα.

Σύμφωνα με όσα ίσχυαν μέχρι το ν. 3863/10, με τη συμπλήρωση του 60ού έτους της ηλικίας οι άντρες ή του 55ου οι γυναίκες δικαιούνταν σύνταξη, αφού είχαν πραγματοποιήσει 4.500 μέρες ασφάλισης και ήταν σε ΒΑΕ, που ορίζονταν από σχετικό κανονισμό του ΙΚΑ - ΕΤΑΜ, δηλαδή το καθεστώς των ΒΑΕ ίσχυε μόνο για τον ιδιωτικό τομέα. Από τις 4.500 μέρες, θα έπρεπε οι 3.600 τουλάχιστον (από τις οποίες οι 1.000 κατά την τελευταία δεκαετία) να έχουν πραγματοποιηθεί σε εργασίες που υπάγονται στα ΒΑΕ.

Από την 1η Γενάρη 2003 και μετά, οι 1.000 ημέρες ασφάλισης στα ΒΑΕ θα έπρεπε να έχουν πραγματοποιηθεί κατά την τελευταία 13ετία.

Με βάση το ν. 3863/10, το όριο ηλικίας που προβλέπεται για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος για τις γυναίκες αυξάνεται κατά ένα χρόνο από την 1η Γενάρη 2011 και για κάθε επόμενο χρόνο μέχρι τη συμπλήρωση του 60ού έτους της ηλικίας με 4.500 ημέρες ασφάλισης. Ετσι το 2011, θα συνταξιοδοτούνται στο 56ο έτος, το 2012 στο 57ο έτος, το 2013 στο 58ο έτος, το 2014 στο 59ο έτος και το 2014 στο 60ό έτος.

Δηλαδή με τις διατάξεις αυτές εξισώνεται σταδιακά το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης των γυναικών που απασχολούνται σε ΒΑΕ με το όριο ηλικίας που ισχύει για τους άντρες, το οποίο παραμένει το ίδιο. Η εξαίρεση από τη λίστα σημαίνει 5 επιπλέον χρόνια δουλειάς, για δικαίωμα συνταξιοδότησης και αύξηση του μειωμένου ωραρίου, όπου ισχύει. Σημαίνει ακόμη ότι οι εργοδότες των αντίστοιχων χώρων και κλάδων επωφελούνται από τη μείωση του ασφάλιστρου, με αποτέλεσμα τα ασφαλιστικά ταμεία να υποστούν νέα μείωση στα έσοδά τους. Στρώνεται το έδαφος για την κατάργηση επιδομάτων που συνδέονται με τον επικίνδυνο και ανθυγιεινό χαρακτήρα ορισμένων επαγγελμάτων.

Το ΚΚΕ διεκδικεί ισότιμα δικαιώματα με τον άντρα στη δουλειά, στη μόρφωση, στην οικογένεια, σε κάθε πτυχή της κοινωνικής δραστηριότητας. Επιμένουμε ότι πρέπει να διατηρούνται και να διευρύνονται οι θετικές ρυθμίσεις υπέρ των γυναικών, όπως πχ. η πενταετής διαφορά στην ηλικία της συνταξιοδότησης, κοινωνικές παροχές στη μητρότητα κλπ.

Η ΜΗΤΡΟΤΗΤΑ ΣΤΟ ΣΤΟΧΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ

Η μητρότητα είναι μία βιολογική και κοινωνική διαδικασία που δεν αφορά μόνο μία μικρή χρονική περίοδο πριν και μετά τη γέννα, δηλαδή την εγκυμοσύνη και το θηλασμό, αλλά αφορά ολόκληρη τη γενετήσια περίοδο της γυναίκας και όχι μόνο. Η δυνατότητα να μπορεί μια γυναίκα να γεννήσει παιδιά διαμορφώνεται σε ολόκληρη τη ζωή της, από την ώρα της σύλληψης μέχρι τουλάχιστον το τέλος της γενετήσιας περιόδου. Και αυτό γιατί η διαμόρφωση και ωρίμανση της γυναίκας, όπως άλλωστε και του άνδρα, βιολογικά και ψυχολογικά, έτσι που να είναι ικανή να γίνει μάνα, αρχίζει από την ώρα της σύλληψής της και εξαρτάται από μια σειρά κοινωνικούς παράγοντες.

Στον καπιταλισμό σε πολύ μεγάλο βαθμό η μητρότητα αποτελεί ευθύνη του ζευγαριού και περισσότερο της γυναίκας και όχι κοινωνική αξία. Αντιμετωπίζεται ως κόστος για τον εργοδότη που αντιστρατεύεται την ανταγωνιστικότητα.

Αντίθετα η προστασία της γυναίκας, της μητρότητας και του παιδιού ήταν από τα βασικότερα κοινωνικά καθήκοντα στην ΕΣΣΔ, που συνδέονται με τη χειραφέτηση και την ισοτιμία της γυναίκας. Η εργατική νομοθεσία προέβλεπε την απαλλαγή από βαριές και ανθυγιεινές δουλειές, υπερωρίες και νυχτερινή εργασία για τη διάρκεια που εργάζονταν οι έγκυες. Παρείχε άδειες με αποδοχές για την εγκυμοσύνη, τον τοκετό και το θηλασμό. Στον τομέα της υγείας η μέλλουσα μητέρα είχε εξασφαλισμένη την τακτική ιατρική παρακολούθηση από την έναρξη της εγκυμοσύνης. Η υγεία της γυναίκας και του παιδιού προστατευόταν από ένα μεγάλο δίκτυο υπηρεσιών γυναικολογικών και παιδιατρικών κλινικών και νοσοκομείων, όπου έκαναν όλες τις εξετάσεις προληπτικού και θεραπευτικού χαρακτήρα. Υπηρεσίες παρέχονταν στην έγκυο και στο σπίτι, ενώ στα συμβουλευτικά ιατρεία παρέχονταν πληροφόρηση και συμβουλές για την εγκυμοσύνη και το παιδί. Στις επιχειρήσεις, εκτός από τα μέτρα υγείας και ασφάλειας, υπήρχαν άδειες και χώροι για το θηλασμό. Η κοινωνικοποίηση του νοικοκυριού και οι παιδικοί σταθμοί απελευθέρωναν το νέο ζευγάρι και βοηθούσαν στον κοινωνικό χαρακτήρα της μητρότητας. Ιδιαίτερη φροντίδα με επιδόματα και στέγη δίνονταν στα νέα ζευγάρια, στους φοιτητές με παιδιά.

Οι αντεπαναστατικές ανατροπές είχαν δραματικές συνέπειες, όχι μόνο για την κατάσταση των γυναικών στις νέες καπιταλιστικοποιημένες κοινωνίες, αλλά και στις άλλες χώρες του καπιταλισμού, με την ακύρωση των όποιων κατακτήσεων.

Η υγειονομική κάλυψη είναι ανισότιμη, ανεπαρκής, υποβαθμισμένη και μεγάλο κομμάτι των λαϊκών στρωμάτων δεν καλύπτεται καθόλου. Δεν υπάρχει καμία ιδιαίτερη φροντίδα για γυναίκες με ειδικά προβλήματα (ΑΜΕΑ), λες και αυτές, όσες μπορούν, δεν έχουν το δικαίωμα να γίνουν μανάδες. Δεν υπάρχει αγωγή υγείας στα σχολεία ούτε επαρκής ανάπτυξη και οργάνωση κέντρων οικογενειακού προγραμματισμού.

Η Ιατρικώς Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή (ΙΥΑ), μεγάλη κατάκτηση της επιστήμης και της τεχνολογίας, στα χέρια του κεφαλαίου αποτελεί τον πιο προσοδοφόρο τομέα των επιχειρηματιών υγείας. Από τα 54 κέντρα που υπάρχουν στην Ελλάδα μόνο τα 10 είναι δημόσια. Τα τελευταία 40 χρόνια τα υπογόνιμα ζευγάρια έχουν τετραπλασιαστεί. Το 1965 αποτελούσαν περίπου το 4%, το 1982 έφτασαν το 10% και σήμερα το 16%. Αυτό οφείλεται στην έλλειψη μέτρων υγιεινής και ασφάλειας στους χώρους δουλειάς και γενικότερα τους όρους εργασίας και ζωής, ενώ στα μεγαλύτερα ζευγάρια προστίθεται και ο παράγοντας της ηλικίας λόγω αναβολής της τεκνοποιίας, κυρίως από δυσκολίες στη δουλειά. Σε όλα αυτά προστίθεται η έλλειψη κρατικής φροντίδας και υποδομών για το παιδί, η έλλειψη λαϊκής στέγης. Οι λόγοι όπως βλέπουμε δεν είναι προσωπικοί αλλά κοινωνικοί.

Σήμερα η προσφυγή στην ΙΥΑ αποτελεί μια δαπανηρή, επίπονη αλλά -στις περιπτώσεις που ενδείκνυται- αναγκαία και αποτελεσματική λύση. Το κόστος είναι υψηλό, περίπου στις 8.000 ευρώ ο κάθε κύκλος, ενώ οι κύκλοι ως γνωστό είναι περισσότεροι. Ο συνολικός τζίρος εκτιμάται ότι ξεπερνάει τα 50 εκατ. ευρώ το χρόνο και το μεγαλύτερο μέρος βαρύνει το ζευγάρι, καθώς τα ασφαλιστικά ταμεία κάλυπταν ένα πολύ μικρό μέρος. Το ΙΚΑ π.χ., που ήταν από τα καλύτερα ταμεία, κάλυπτε τα φάρμακα και έδινε 352 ευρώ ανά προσπάθεια και μέχρι τέσσερις προσπάθειες. Είναι πασιφανές ότι το ζευγάρι σήκωνε το κύριο βάρος. Πέρα από τη διεκδίκηση για την κάλυψη αυτών των δαπανών από το κράτος, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι βασικός στόχος του κινήματος είναι η μείωση έως και εξάλειψη αυτών των παραγόντων, ώστε φυσιολογικά το ζευγάρι να μπορεί να γεννήσει όσα παιδιά θέλει και όποτε το θέλει με φυσιολογικό τρόπο, ώστε να περιοριστεί η ανάγκη προσφυγής στην ΙΥΑ.

Τα τελευταία χρόνια στο εμπόριο της μητρότητας προστέθηκαν και οι τράπεζες φύλαξης ομφαλοπλακουντιακών κυττάρων για αυτόλογη μεταμόσχευση. Το εμπόριο ξεκινάει από την απαράδεκτη και αντιεπιστημονική παραπλάνηση των γονιών, έως την παράνομη λειτουργία ορισμένων τραπεζών. Το κεφάλαιο και οι κάτοχοί του έσπευσαν να εκμεταλλευτούν και αυτή την πρόοδο της επιστήμης.

Τα τελευταία δύο χρόνια, στο όνομα της καπιταλιστικής κρίσης, έχουμε σοβαρότατες αναδιαρθρώσεις που αφορούν τη μητρότητα, που επιδρούν αρνητικά στη γονιμότητα, αλλά και στην κοινωνική δυνατότητα του ζευγαριού να κάνει οικογένεια, με αποτέλεσμα να έχουν ήδη μειωθεί οι γεννήσεις. Πιο συγκεκριμένα:

• Εχουμε μείωση και υποβάθμιση των παροχών υγείας από το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία, συγχωνεύσεις μονάδων και κλινικών στα νοσοκομεία και στο ΙΚΑ. Μέσα από τον Εθνικό Οργανισμό Παροχών Υπηρεσιών Υγείας (ΕΟΠΥΥ) με την παραπέρα εμπορευματοποίηση και ενίσχυση της ιδιωτικής επιχειρηματικής δράσης στην υγεία, τα βάρη μεταφέρονται στους εργαζόμενους είτε έμμεσα, μέσα από τα ασφαλιστικά ταμεία, είτε άμεσα. Προληπτικές εξετάσεις για τη γυναίκα το παιδί και το ζευγάρι, εξετάσεις προγεννητικού ελέγχου, ο ίδιος ο φυσιολογικός τοκετός, η καισαρική και πολύ περισσότερο η ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγική διαδικασία είναι απλησίαστες για τα ζευγάρια της λαϊκής οικογένειας.

• Η παραπέρα υποβάθμιση και ανεπάρκεια των δημοτικών παιδικών σταθμών, τα αυξημένα τροφεία, η υποστελέχωσή τους και τα άλλα προβλήματα, επηρεάζουν άμεσα τη μητρότητα και την απόφαση του ζευγαριού να κάνει παιδί.

• Η κατάργηση της απαγόρευσης του νυχτερινού ωραρίου των γυναικών στη βιομηχανία και βιοτεχνία, αλλά και γενικότερα η νυχτερινή εργασία των γυναικών, είτε νόμιμα είτε παράνομα, όπως στις ενοικιαζόμενες καθαρίστριες, στις νοσηλεύτριες κλπ., όταν δεν οδηγεί στην αποβολή, καταπονεί την έγκυο και έχει αρνητικές επιπτώσεις στο έμβρυο.

• Η επιχειρούμενη κατάργηση των κλαδικών ΣΣΕ ανοίγει το δρόμο για την κατάργηση μιας σειράς κατακτημένων δικαιωμάτων που αφορούν τη μητρότητα και γενικότερα θετικές ρυθμίσεις υπέρ των γυναικών (π.χ. μειωμένο ωράριο για νέες μητέρες, άρση προστατευτικών ρυθμίσεων των γυναικών από τη σεξουαλική παρενόχληση, άδειες για μονογονεϊκές οικογένειες, κλπ.). Ενδεικτικά θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ότι και στο παρελθόν μέσω των ατομικών Συμβάσεων Εργασίας δεν τηρούνταν τα ειδικά ωράρια και οι άδειες μητρότητας, η απαγόρευση νυχτερινής εργασίας εγκύων, κ.ά. Τώρα οι εργοδότες με την κατάργηση των κλαδικών ΣΣΕ και την επέκταση των ατομικών Συμβάσεων Εργασίας στην ουσία αποκτούν «το ελεύθερο», ώστε να αντιμετωπίζουν το δικαίωμα στη μητρότητα ως ένα επιπλέον «κόστος εργασίας».

• Οι άδειες εγκυμοσύνης και τοκετού σε όσες γυναίκες τις δικαιούνταν, παρότι δεν είναι αρκετές ώστε να καλύπτουν τις σύγχρονες ανάγκες της εργαζόμενης, μπορεί να μη μειώθηκαν ακόμα, μειώθηκε όμως πολύ ο αριθμός που τις δικαιούται, λόγω της μείωσης του δημόσιου τομέα, της αύξησης της ανεργίας, της αλλαγής των εργασιακών σχέσεων, της αύξησης της ανασφάλιστης εργασίας, αλλά και του εκβιασμού των εργοδοτών προς τις έγκυες να εργαστούν παράνομα. Με τον ενιαίο κανονισμό παροχών του ΕΟΠΥΥ και στο όνομα της εξίσωσης των παροχών προς τα κάτω, είχαμε κατάργηση του επιδόματος τοκετού στις ασφαλισμένες των ταμείων που συγκροτούν αυτό τον οργανισμό (ΙΚΑ, ΟΠΑΔ, ΟΓΑ και ΟΑΕΕ). Τα επιδόματα αυτά, διαφορετικά στο κάθε ταμείο, σε καμία περίπτωση δεν κάλυπταν τα πραγματικά έξοδα της γέννας, ιδιαίτερα στον ιδιωτικό τομέα, ήταν όμως μια βοήθεια για το νέο ζευγάρι.

• Πολλές γυναίκες, άγνωστος ο αριθμός τους, όχι πια μόνο μετανάστριες, αλλά και άνεργες και ανασφάλιστες, δεν καταφέρνουν να γεννήσουν σε νοσοκομείο γιατί δεν έχουν να πληρώσουν τα αυξημένα νοσήλια και γεννούν στο σπίτι, με όλες τις ενδεχόμενες συνέπειες για τις ίδιες και το παιδί τους. Εχουν δει το φως της δημοσιότητας περιπτώσεις γυναικών που εκβιάζονται από νοσοκομεία γιατί δεν έχουν να πληρώσουν για τη γέννα. Είναι τραγικό, την ίδια στιγμή που δεν υπάρχουν ούτε καν οι στοιχειώδεις αναγκαίες υγειονομικές υπηρεσίες στο σπίτι, να επιχειρείται να προπαγανδιστεί από την ΕΕ, αλλά και στη χώρα μας, ως καλύτερη επιλογή ο φυσιολογικός τοκετός να γίνεται στο σπίτι, ιδεολογικοποιώντας μάλιστα το γεγονός, ενώ στόχος τους είναι η μείωση των κρατικών δαπανών για τον τοκετό.

• Στη χωρίς τέλος επίθεση του κεφαλαίου και των εκπροσώπων του στη μητρότητα θα αναφέρουμε και τις περιπτώσεις εργοδοτών που ζητούν ως προϋπόθεση της πρόσληψης νέων γυναικών την υπογραφή συμβολαίου ότι για συγκεκριμένο χρόνο δε θα μείνουν έγκυες, αφού η μητρότητα είναι αντιπαραγωγική και εμποδίζει την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. Επίσης είναι γνωστό ότι πολλές κοπέλες αποκρύβουν την εγκυμοσύνη από τους εργοδότες, είτε για να προσληφθούν στη δουλειά είτε για να μην απολυθούν.

ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΚΕ

Τα περισσότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η γυναίκα έχουν στο κέντρο τους το στοιχειώδες δικαίωμα της εργασίας, τις ανατροπές στις εργασιακές σχέσεις και τη μη αναγνώριση του κοινωνικού ρόλου της μητρότητας, δηλαδή τα στοιχεία εκείνα που αυξάνουν σημαντικά το βαθμό εκμετάλλευσής της. Η ισότητα λοιπόν που προωθείται από τις δυνάμεις του κεφαλαίου σημαίνει όξυνση της ανισότητας των δυο φύλων. Αυτή η ισότητα μεταφράζεται σε ισότητα στις υποχρεώσεις χωρίς δικαιώματα, ισότητα στην εκμετάλλευση, στη φτώχεια, στην καταπίεση. Αλλωστε ισότητα των δυο φύλων μέσα σ’ ένα ανισότιμο εκμεταλλευτικό κοινωνικό σύστημα δεν μπορεί να υπάρξει. Η εργατική τάξη, σε συμμαχία με τα υπόλοιπα λαϊκά στρώματα μια επιλογή έχουν: Να συγκρουστούν με την εξουσία των μονοπωλίων, να αντεπιτεθούν και να διεκδικήσουν τη δική τους εξουσία.

Σήμερα που η γυναίκα της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων δέχεται με ιδιαίτερη επιθετικότητα τις επιπτώσεις που απορρέουν από την καπιταλιστική οικονομική κρίση, είναι αναγκαίο όσο ποτέ να συνειδητοποιήσει τη δύναμή της που θα εκφραστεί μέσα από την οργανωμένη δράση της στο εργατικό και λαϊκό κίνημα, στο γυναικείο κίνημα, απαιτώντας την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών της ίδιας, αλλά και γενικότερα των σύγχρονων αναγκών της λαϊκής οικογένειας, της νεολαίας, των παιδιών, των ηλικιωμένων.

Δε φτάνουν οι αμυντικοί αγώνες. Χρειάζεται ν’ αναδεικνύεται καθημερινά ότι η ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας, η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, δηλαδή οι σύγχρονες παραγωγικές δυνατότητες της Ελλάδας δημιουργούν τις αντικειμενικές προϋποθέσεις για μια ριζικά διαφορετική οργάνωση της οικονομίας και της εξουσίας, με βασικό χαρακτηριστικό την κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, δηλαδή τη μετατροπή της ιδιοκτησίας του μεγάλου κεφαλαίου σε κοινωνική ιδιοκτησία και δίπλα της τον παραγωγικό συνεταιρισμό.

Μια λαϊκή οικονομία με εργατικό και λαϊκό έλεγχο, με κεντρικό, επιστημονικά οργανωμένο σχεδιασμό μπορεί να απελευθερώσει τις εγχώριες παραγωγικές δυνατότητες, γιατί έχει γνώμονα τη συνδυασμένη ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών, εξαλείφοντας οριστικά την αναρχία της παραγωγής, τη ζούγκλα του ανταγωνισμού των μονοπωλιακών ομίλων για το μεγαλύτερο κέρδος. Μόνο η λαϊκή εξουσία μπορεί ν’ αξιοποιήσει και να κατανείμει σε αυτή την κατεύθυνση το σύνολο του εργατικού δυναμικού της χώρας.

Με βάση λοιπόν τα παραπάνω και βασικό κριτήριο τις λαϊκές ανάγκες το ΚΚΕ έχει επεξεργαστεί μια σειρά αιτήματα και στόχους πάλης που από τη μια συμβάλλουν στη συσπείρωση και συγκέντρωση δυνάμεων μέσα στις καθημερινές μάχες για την παρεμπόδιση της αντεργατικής, αντιλαϊκής πολιτικής και από την άλλη αναδεικνύουν τη ρεαλιστικότητα και την αναγκαιότητα της εργατικής - λαϊκής εξουσίας.

Τέτοιοι στόχοι αφορούν τα εργασιακά, ασφαλιστικά, συνταξιοδοτικά δικαιώματα των εργαζομένων, την υπεράσπιση του θεσμού των ΒΑΕ και των ΣΣΕ, μισθούς και συντάξεις αντίστοιχες με τις σημερινές ανάγκες ζωής των εργαζόμενων, σύγχρονο αποκλειστικά δημόσιο και δωρεάν σύστημα υγείας - πρόνοιας, με την κατάργηση κάθε επιχειρηματικής δράσης, προστασία της μητρότητας και του κοινωνικού χαρακτήρα της, προστασία των ανέργων.

Ολα τα παραπάνω και πολλά άλλα εξειδικεύονται σε συγκεκριμένα αιτήματα που μάλιστα το Κόμμα έχει επεξεργαστεί και από τη σκοπιά της συγκεκριμένης κατάστασης που βιώνουν οι μισθωτές γυναίκες, το σύνολο της εργατικής - λαϊκής οικογένειας.

ΕΧΟΥΜΕ ΠΕΡΙΘΩΡΙΑ ΓΙΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΗ ΚΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΔΟΥΛΕΙΑ

Τα τελευταία δύο χρόνια έγιναν αλλεπάλληλες και μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις, μικροί και μεγαλύτεροι αγώνες σε κλάδους και χώρους δουλειάς. Στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης βρέθηκε η πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων, της ΕΕ, του κεφαλαίου. Είναι ένα θέμα που πρέπει ν’ αξιολογήσουμε αν η αντιπαράθεσή μας με τον ταξικό χαρακτήρα της πολιτικής που υλοποιείται, συνδυάστηκε ικανοποιητικά με τις επιπτώσεις που έχει στις εργαζόμενες γυναίκες.

Ορισμένες θετικές εξαιρέσεις δεν αναιρούν το γεγονός ότι δεν έγιναν αντικείμενο καθημερινής ζύμωσης και πάλης εκεί που εργάζονται και ζουν οι μισθωτές γυναίκες. Δεν έχουν μπολιάσει σαν οργανικό στοιχείο τη δουλειά μας σε όλες τις μορφές της. Οσο συνεχίζεται αυτή η κατάσταση, σημαντικές δυνάμεις θα μένουν έξω από τον ταξικό αγώνα. Θα είναι ευάλωτες στη δουλειά του αντίπαλου, των ρεφορμιστικών και οπορτουνιστικών απόψεων.

Πιο συγκεκριμένα για την εξειδίκευση της δουλειάς μας:

• Οξύνουμε το ιδεολογικό μέτωπο απέναντι σε λαθεμένες απόψεις για το χαρακτήρα του γυναικείου ζητήματος. Αποκαλύπτουμε την τακτική των επιτελείων της αστικής τάξης. Η θεσμική εξίσωση των δικαιωμάτων ανδρών και γυναικών καθόλου δε σημαίνει την άρση των ανισοτιμιών. Για τις γυναίκες της βιοπάλης μπορεί να σημαίνει και όξυνσή τους, όπως είδαμε και παραπάνω στις αλλαγές που προωθούνται στις εργασιακές σχέσεις, στη συνταξιοδότηση, στις κοινωνικές παροχές. Συνήθως οι θεσμικές παρεμβάσεις που αφορούν δικαιώματα στο εποικοδόμημα συνοδεύονται με ιδεολογήματα που χαϊδεύουν τα αυτιά των γυναικών της αστικής τάξης ή των ανώτερων μεσαίων στρωμάτων. Ομως τα βάσανα μιας γυναίκας της εργατικής τάξης δεν ξεπερνιούνται ούτε από τις «ίσες φυλετικές ευκαιρίες», ούτε από τα προγράμματα της «γυναικείας επιχειρηματικότητας», ούτε από το life style της δυναμικής καριέρας, που έτσι κι αλλιώς έχει θαμπώσει μέσα στη δίνη της καπιταλιστικής κρίσης.

Τα φληναφήματα περί «κοινωνικού φύλου» και άλλων «μοντέρνων» θεωριών της αστικής ιδεολογίας που ανθούν κυρίως μέσα στις σχολές και στα αμφιθέατρα όχι μόνο δεν μπορούν να δώσουν απάντηση στα κορίτσια των εργατικών - λαϊκών οικογενειών για την πραγματική αιτία της γυναικείας ανισοτιμίας, αλλά τη συγκαλύπτουν και αποπροσανατολίζουν. Κατά τους φορείς αυτών των θεωριών, το φύλο διακρίνεται σε «βιολογικό» και «κοινωνικό» και η διάκριση άνδρας - γυναίκα δεν υφίσταται, γιατί οι άνδρες και οι γυναίκες είναι «μεταβαλλόμενες υποκειμενικότητες», «κατασκευάσματα της κοινωνίας».

Μέσα σε αυτή την ιδεαλιστική θολούρα η φύση του γυναικείου ζητήματος χάνει την ταξικότητά της, παρουσιάζεται σαν ένας αδιάκοπος πόλεμος ανάμεσα στον άνδρα και στη γυναίκα. Σε αυτού του είδους τις «αναζητήσεις» αρέσκονται όλων των λογιών οι ρεφορμιστές και οι οπορτουνιστές.

Αντιπαραθέτουμε με σθένος την ανωτερότητα του σοσιαλισμού και τις κατακτήσεις του στον τομέα της ισοτιμίας της γυναίκας. Προβάλλουμε με αποφασιστικότητα τον πλούτο της μαρξιστικής και λενινιστικής κληρονομιάς και ανοίγουμε μέτωπο σε προκαταλήψεις, στερεότυπα και αναχρονιστικές αντιλήψεις γύρω από τα ζητήματα της οικογένειας, των σχέσεων, του γάμου, του χαρακτήρα του ατομικού νοικοκυριού, το περιεχόμενο του «ελεύθερου χρόνου» για τη συμμετοχή στην ταξική πάλη, για τη συμμετοχή στην υπόθεση του εργατικού και κοινωνικού ελέγχου σε συνθήκες εργατικής - λαϊκής εξουσίας.

Προβάλλουμε τη γυναίκα κομμουνίστρια-αγωνίστρια, που εξελίσσεται και αντέχει γιατί είναι γνώστης της αλήθειας, απαλλαγμένη από μεταφυσικές αντιλήψεις. Την εργάτρια που μπορεί να αναδειχτεί σε πρότυπο, όταν συνειδητοποιεί την ταξική της θέση και το ρόλο της στην κοινωνική εξέλιξη. Ανοίγουμε μέτωπο στις οπορτουνιστικές και νεοφεμινιστικές απόψεις, που αποπροσανατολίζουν και εκτρέπουν το γυναικείο ζήτημα από τον πραγματικό του χαρακτήρα.

• Οργανώνουμε την κομμουνιστική προπαγάνδα μέσα στους κλάδους και χώρους δουλειάς που συγκεντρώνονται οι εργαζόμενες γυναίκες. Στο φάρμακο, στα τρόφιμα και τα ποτά, στις τηλεπικοινωνίες, στο εμπόριο, στην υγεία και την πρόνοια κλπ. Δουλεύουμε με σχέδιο στις εργατογειτονιές και στις μετανάστριες. Αξιοποιούμε μορφές δουλειάς που παίρνουν υπόψη τους τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες για να πάρουν μέρος στην πολιτική και κοινωνική δραστηριότητα. Επεξεργαζόμαστε συνθήματα, υλικά, που φωτίζουν το κεντρικό πολιτικό πρόβλημα μέσα από την πείρα των εργαζόμενων γυναικών, εξειδικεύουμε αντίστοιχα αιτήματα στα μέτωπα πάλης.

Τα παραπάνω φαίνονται εύκολα, αλλά δεν είναι. Ακόμα σκοντάφτουμε σε απόψεις που λένε ότι αρκεί η γενική προβολή και ζύμωση της πολιτικής μας, ότι δεν υπάρχει ανάγκη εξειδίκευσης. Κι όμως η πραγματικότητα είναι πως η εύστοχη και εξειδικευμένη προπαγάνδα είναι αυτή που μπορεί να διαλύσει τη σύγχυση, να απαντήσει συγκεκριμένα στο τι και γιατί αντιμετωπίζει η εργατική - λαϊκή οικογένεια και κατ’ επέκταση οι εργαζόμενες γυναίκες και οι άνεργες, τι θα βρουν στη ζωή τους οι νέες γυναίκες που αποκτούν επιστημονική ή επαγγελματική μόρφωση - ειδίκευση. Οι αντιδραστικές αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, στο συνταξιοδοτικό, στη μητρότητα, στην υγεία και στην παιδεία είναι κρίκοι που μπορούν να συμβάλουν να ενταχθούν οι εργαζόμενες γυναίκες στον αγώνα και ταυτόχρονα να συνειδητοποιείται η ανάγκη της συμπόρευσης με το ΚΚΕ για ριζικές αλλαγές.

Η προσπάθειά μας, για να έχει πιο εμφανή αποτελέσματα, απαιτεί στοχοπροσήλωση, συλλογική ευθύνη των κομματικών και κνίτικων οργάνων και ταυτόχρονα χρέωση κατάλληλων συντρόφων και συντροφισσών που με μεράκι θα συμβάλουν σε αυτή τη δουλειά.

• Βήματα στην κομματική οικοδόμηση στους κλάδους του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα που συγκεντρώνουν γυναικείο εργατικό δυναμικό. Πρώτα και κύρια στους κλάδους της βιομηχανίας, στα μεγάλα εργοστάσια. Πρόκειται για ζήτημα που αφορά την προώθηση των στρατηγικών καθηκόντων του Κόμματος και δε χωρά καμιά υποτίμηση.

Εδώ πρέπει να αναμετρηθούμε με τις ιδιαίτερες δυσκολίες και να τις λύσουμε με θετικό τρόπο και αφορά την αντιμετώπιση των ανασταλτικών παραγόντων που δυσκολεύουν τις πρωτοπόρες εργαζόμενες γυναίκες να ενταχτούν στο Κόμμα τους και να παλέψουν για την ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού-κομμουνισμού.

Με συστηματικό τρόπο φροντίζουμε να δημιουργείται κλίμα αντοχής στις πολύμορφες δυσκολίες και απαιτήσεις που έχει η οργανωμένη ζωή, έτσι ώστε όχι μόνο να αφιερώνονται οι κομμουνίστριες στην κομματική δουλειά, αλλά και να αναπτύσσουν τις ικανότητές τους, να αναδεικνύονται στα κομματικά όργανα. Το ζήτημα δε λύνεται με εντολές και οδηγίες, λύνεται με συστηματική διαπαιδαγωγητική δουλειά, με μέτρα ενίσχυσης της ιδεολογικής και πολιτικής θωράκισης, με συγκεκριμένα μέτρα πρακτικής διευκόλυνσης στο συνδυασμό των κομματικών - εργασιακών και οικογενειακών καθηκόντων.

• Ιδιαίτερες απαιτήσεις έχει η παρέμβαση στα νέα ζευγάρια και στις νέες γυναίκες, με κοινωνικοταξικά χαρακτηριστικά. Αντικειμενικά πρόκειται για μια μεγάλη κατηγορία της νέας βάρδιας της εργατικής τάξης που πάνω τους εκφράζονται το σύνολο των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, που επιδρούν στο τρόπο που παλεύουν για να οργανώσουν τη ζωή τους. Μιλάμε για μια γενιά που παραδέρνει ανάμεσα στο κυνήγι του μεροκάματου, στη μερική απασχόληση, στο κυνήγι των δεξιοτήτων, της κατάρτισης, των πολλαπλών πτυχίων, εν τέλει των ατομικών ευκαιριών, που αναβάλλει τη δημιουργία οικογένειας μπροστά στο δέος των δυσκολιών. Ο κίνδυνος της ενσωμάτωσης και της αναδίπλωσης είναι ισχυρός. Δεν είναι τυχαίο ότι πληθαίνουν τα παραδείγματα νέων αγωνιστών και αγωνιστριών που αναβάλλουν ή διακόπτουν τη συμμετοχή τους στην πάλη, αναζητώντας τη λύση των επαγγελματικών - οικογενειακών και κοινωνικών τους υποχρεώσεων σε ατομικό επίπεδο, ξεκόβοντας από την οργανωμένη δράση. Σε αυτό συμβάλλουν οι αντικειμενικές δυσκολίες που έχουν ενισχυθεί λόγω της εργασιακής ανασφάλειας, τα άστατα ωράρια, η εμπορευματοποίηση των όποιων ελάχιστων κοινωνικών παροχών υπήρχαν.

Η αναμέτρηση με τους παράγοντες της ενσωμάτωσης θα γέρνει υπέρ της υπόθεσης της εργατικής τάξης στο βαθμό που οι νέοι και οι νέες, μέσα από την ίδια τους την πείρα και την οργανωμένη παρέμβαση του ΚΚΕ, θα πείθονται ότι στον καπιταλισμό τα παιδιά των εργατικών - λαϊκών οικογενειών δεν υπάρχει περιθώριο να λύσουν τα προβλήματά τους. Οτι έχουν αντικειμενικά συμφέρον να συνταχθούν στην πάλη για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση που θα ικανοποιεί τις εργασιακές - μορφωτικές - πολιτιστικές και κοινωνικές τους ανάγκες.

• Είναι μονόδρομος η ένταξη των εργαζόμενων γυναικών στο εργατικό κίνημα: Απαιτείται γι’ αυτό σχέδιο και επιμονή στους στόχους. Βασική επιδίωξή μας είναι να ξεκαθαρίζεται με πολύμορφη δράση, στις εργαζόμενες γυναίκες του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, ο τρόπος που διαπλέκεται η ταξική εκμετάλλευση με τη φυλετική καταπίεση. Πως η αντεργατική γενική πολιτική, αλλά και η εξειδίκευσή της για τις γυναίκες βαθαίνουν την ανισοτιμία, γιατί είναι για το κεφάλαιο μια πρόσθετη πηγή κέρδους.

Να αποκαλύψουμε ότι πίσω από το πέπλο της ισότητας στη δουλειά βρίσκεται η πιο σκληρή βαρβαρότητα του καπιταλιστικού συστήματος. Τα παραδείγματα που μπορούμε να αναφέρουμε είναι πολλά. Αρκεί κανείς να αναρωτηθεί αν οι γυναίκες που δουλεύουν τα τελευταία χρόνια στην αποκομιδή των σκουπιδιών το κάνουν για να άρουν τη φυλετική καταπίεση ή από την ανάγκη του μεροκάματου που τις σπρώχνει να κάνουν μια βαριά και ανθυγιεινή εργασία που βάζει σε κίνδυνο τις ίδιες και τις οικογένειές τους. Το ζήτημα είναι ότι και στην παραπάνω αλλά και πολλές άλλες εργασίες θα έπρεπε να είχαν εξαλειφθεί οι βλαπτικοί παράγοντες για γυναίκες και άντρες, με βάση την εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνολογίας, όμως το γεγονός ότι τα μέσα παραγωγής είναι στα χέρια των καπιταλιστών, κάνει αδύνατη μια τέτοια προοπτική. Αντίθετα, στο όνομα του κέρδους η εργατική δύναμη είναι αναλώσιμο εμπόρευμα, ανεξάρτητα από το φύλο, με ιδιαίτερα βαριές συνέπειες όμως για τις γυναίκες.

Η προσέγγιση λοιπόν των εργαζόμενων γυναικών για την ένταξή τους στο κίνημα έχει πολλές απαιτήσεις. Η οργάνωση στα σωματεία, στις επιτροπές αγώνα, η συμμετοχή στις απεργίες και στις κινητοποιήσεις είναι ένα καθήκον πολύπλευρο, που πρέπει να απασχολήσει το Κόμμα μας από τη σκοπιά της ανασύνταξης του κινήματος και όχι μιας παράλληλης γυναικείας δουλειάς των ειδικών, έξω από τα γενικά καθήκοντα των συνδικάτων, των ομοσπονδιών, των στηριγμάτων του ΠΑΜΕ στους κλάδους και στους χώρους δουλειάς.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Πλάι στις δυσκολίες ξανοίγονται νέες δυνατότητες. Οι γυναίκες σήμερα νιώθουν αγανάκτηση και θυμό. Η δουλειά μας πρέπει να αντιστοιχηθεί, ώστε να συμβάλουμε να ριζοσπαστικοποιηθεί ένα μεγάλο τμήμα τους, να συμπορευτεί με το ΚΚΕ. Να τους δείξουμε το δρόμο της οργανωμένης πάλης. Γι’ αυτό παραμένει επίκαιρη η Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ «Για τη διεθνή ημέρα της γυναίκας» (30 Γενάρη 2010), που έκλεινε με την εξής αναντικατάστατη εκτίμηση:

«Η 100χρονη πορεία των αγώνων για την ισοτιμία και τη χειραφέτηση της γυναίκας, η πάλη του εργατικού κινήματος στις χώρες του καπιταλισμού, οι κατακτήσεις των γυναικών στις σοσιαλιστικές χώρε, τον 20ό αιώνα αποδεικνύουν ότι: Οταν υπάρχει μια πρωτοπορία αποφασισμένη να τραβήξει μπροστά έως την τελική νίκη, να καταθέσει θυσίες στον αγώνα για την δικαίωση της εργατικής τάξης, για τα συμφέροντα του εργαζόμενου λαού, που έχει συνείδηση της ταξικής φύσης του γυναικείου ζητήματος, τότες και οι γυναίκες που ανήκουν στα εργατικά, τα λαϊκά στρώματα θα ανταποκριθούν. Θα προσδώσουν με τη μαζική τους συμμετοχή δύναμη και αποτελεσματικότητα στον αγώνα για την απόκρουση της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, για τη βελτίωση της ζωής της λαϊκής οικογένειας, το ελπιδοφόρο μέλλον της νέας γενιάς, την πολιτική εξουσία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Κανένας αγώνας, καμία μάχη δεν μπορεί να έχει θετικό αποτέλεσμα και προοπτική δίχως την οργάνωση και τη συμμετοχή των ίδιων των γυναικών, συμπεριλαμβανομένων και των μεταναστριών, του ριζοσπαστικού γυναικείου κινήματος που αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του εργατικού κινήματος και των συμμάχων του».


ΣημειώσειςΣημειώσεις

* Η Λουίζα Ράζου είναι μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ.

1. Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ «Για τη διεθνή μέρα της γυναίκας», 30 Γενάρη 2010.

2. Με βάση την αστική στατιστική, μερική απασχόληση θεωρείται όποια σύμβαση εργασίας δεν είναι 8ωρη, 5θήμερη, 40ωρη, άρα δε συμπεριλαμβάνονται συμβάσεις ορισμένου χρόνου κλπ.

3. Οι μειώσεις μισθών που περιλαμβάνονται στο Μνημόνιο 2 επιγραμματικά είναι οι εξής: - Οι μειώσεις στους κατώτερους μισθούς κατά 22% που οδηγούν το μισθό στα 586 € μεικτά και κατά 32% του κατώτερου μισθού για τους νέους έως 25 ετών. - Οι μειώσεις μισθών στις πρώην ΔΕΚΟ και στις τράπεζες και η κατάργηση της μονιμότητας με την κατάργηση όλων των ευνοϊκών για τους εργαζόμενους κανονισμών εργασίας. - Νέες μειώσεις των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων με επανεξέταση των μισθολογικών κλιμακίων. - Αναθεώρηση της ΕΓΣΣΕ μέχρι τα τέλη Ιούλη και η διαμόρφωση μιας νέας, ένα νέο «ελάχιστο μισθό» που δεν θα ξεπερνά τα 500 €, ανεξάρτητα από την προϋπηρεσία. Ενας μεγάλος αριθμός γυναικών αμείβεται με τον κατώτερο μισθό. - Πάγωμα επ’ αόριστον των μισθολογικών ωριμάνσεων, δηλαδή των τριετών και πολυετιών. - Η έμμεση κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων.