Έχουν περάσει 25 χρόνια από το 1998 που ο Ούγκο Τσάβες κέρδιζε τις εκλογές και αναλάμβανε Πρόεδρος της Βενεζουέλας υποστηριζόμενος από ένα πλατύ μέτωπο πολιτικών δυνάμεων, τότε μεταξύ άλλων και του ΚΚ Βενεζουέλας (PCV), αλλά και λαϊκών δυνάμεων που είχαν απηυδήσει από την προηγούμενη αστική διακυβέρνηση, βίωναν βαθιά και εκτεταμένη φτώχεια και είχαν προσδοκίες από τη νέα διακυβέρνηση.
Πρόκειται για διάστημα υπεραρκετό για την εξέταση των βασικών στοιχείων του χαρακτήρα και της πορείας της λεγόμενης μπολιβαριανής διαδικασίας ή επανάστασης και την εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων από τη σκοπιά των εργατικών συμφερόντων και του επαναστατικού εργατικού κινήματος στη χώρα μας και διεθνώς.
Η νίκη του Τσάβες, τότε, λίγα χρόνια μετά την επικράτηση της αντεπανάστασης στην ΕΣΣΔ και στην Ανατολική Ευρώπη, χαιρετίστηκε από την πλειοψηφία των ΚΚ διεθνώς ως διαδικασία που μπορούσε να αποτελέσει την απαρχή επαναστατικών αλλαγών. Και αυτό αφορά σ’ έναν βαθμό και το Κόμμα μας, το οποίο στάθηκε σταθερά στο πλευρό του ΚΚ Βενεζουέλας και εξέφρασε την αλληλεγγύη του στο βενεζουελανικό λαό, ενάντια στις δυνάμεις της ντόπιας αντίδρασης και την επέμβαση του αμερικανικού ιμπεριαλισμού στις εσωτερικές υποθέσεις της Βενεζουέλας.
Το Κόμμα μας συγκέντρωσε την προσοχή του στην ανάπτυξη και ισχυροποίηση του εργατικού κινήματος, παρακολουθώντας κριτικά τις εξελίξεις. Στην πορεία του χρόνου το ΚΚΕ μελέτησε παραπέρα τη δική του ιστορική πείρα, αλλά και του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος, προχώρησε και εμβάθυνε τις προγραμματικές επεξεργασίες του, κατέληξε σε σημαντικά συμπεράσματα για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στο 18ο Συνέδριο, επεξεργάστηκε νέο Πρόγραμμα στο 19ο Συνέδριο, κατέκτησε νέα, επαναστατικά εφόδια για την εξέταση σύνθετων εξελίξεων, όπως αυτές στη Βενεζουέλα. Ταυτόχρονα, η ίδια η εξέλιξη της κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας στη χώρα αυτή, όπως και σε άλλες χώρες που κυβέρνησαν οι λεγόμενες προοδευτικές κυβερνήσεις, ξεκαθάρισε εδώ και καιρό πως πρόκειται για σοσιαλδημοκρατικής κοπής αστικά καθεστώτα που, για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες του κεφαλαίου σε κάθε χώρα, προσαρμόζονται όλο και αντιδραστικότερα, ενώ δε διστάζουν να χρησιμοποιούν την καταστολή και τις αντικομμουνιστικές διώξεις.
Η Βενεζουέλα ήταν η πρώτη χώρα της Λατινικής Αμερικής όπου αναδείχτηκε τέτοια λεγόμενη προοδευτική κυβέρνηση, ενώ τα επόμενα χρόνια ακολούθησαν οι κυβερνήσεις Μοράλες στη Βολιβία, Λούλα Ντα Σίλβα στη Βραζιλία, Λούνγκο στην Παραγουάη, Ορτέγκα στη Νικαράγουα, Σελάγια στην Ονδούρα, Ταμπάρε Βάσκεζ στην Ουρουγουάη, Ραφαέλ Κορέα στο Εκουαδόρ, Μαουρίσιο Φούνες στο Ελ Σαλβαδόρ. Στην ίδια κατηγορία κατατάσσονται, παρά τις διαφοροποιήσεις, οι κυβερνήσεις της Μισέλ Μπατσελέ στη Χιλή και των Κίρτσνερ στην Αργεντινή.
Το πρώτο κύμα αυτών των κυβερνήσεων ακολούθησε, σε πολλές χώρες, η υποχώρηση και οι εκλογικές ήττες από τα δεξιά-φιλελεύθερα κόμματα, κάτω από το βάρος των συνεπειών της αντιλαϊκής πολιτικής που ακολούθησαν και την αδυναμία τους να επιλύσουν βασικά και οξυμένα λαϊκά προβλήματα, της απογοήτευσης που έσπειρε η σοσιαλδημοκρατία στην εργατική τάξη και στα λαϊκά στρώματα. Τα τελευταία χρόνια έχουμε μερική επάνοδο τέτοιων σοσιαλδημοκρατικών κυβερνήσεων, με παλιά και νέα σχήματα, σε χώρες όπως Βραζιλία, Αργεντινή, Μεξικό, Χιλή και Κολομβία. Πρόκειται για μια διαδικασία έντονης ενδοαστικής διαπάλης σε κάθε χώρα, που συνδέεται όλο και περισσότερο με την όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών για την πρωτοκαθεδρία στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα, ανάμεσα σε ΗΠΑ - Κίνα, ενώ εμπλέκονται και άλλοι «παίκτες», όπως η ΕΕ και η Ρωσία. Την τελευταία δεκαετία η Κίνα έχει αναδειχτεί στο μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της πλειοψηφίας των χωρών της Λατινικής Αμερικής, είναι πρώτη σε εξαγωγή κεφαλαίων και επενδύσεις ιδιαίτερα σε κρίσιμες υποδομές, είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας αγροτικών προϊόντων και πρώτων υλών, κατέχει σημαντικό κομμάτι κρατικού χρέους διάφορων χωρών, π.χ. της Βενεζουέλας.
Η κατάσταση σήμερα είναι πιο σύνθετη σε σχέση με πριν 25 χρόνια, ο κοινός παρονομαστής που είχαν οι «προοδευτικές» κυβερνήσεις, δηλαδή η αμφισβήτηση της έντονης οικονομικής και στρατιωτικής παρέμβασης των ΗΠΑ στην περιοχή, με αιχμή κυρίως την επαναδιαπραγμάτευση παραδοσιακών συμφωνιών που είχαν υπογράψει προηγούμενες αστικές κυβερνήσεις, έχει μετατραπεί σε μεγαλύτερη ευθυγράμμιση με την καπιταλιστική Κίνα, συμμετοχή στην πρωτοβουλία «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος» κ.ά., ενώ εμφανίζονται και αντίρροπες τάσεις από «αριστερές και προοδευτικές» κυβερνήσεις, όπως του Μπόριτς στη Χιλή, του Πέτρο στην Κολομβία και του Ομπραδόρ στο Μεξικό, που επιδιώκουν τη συνεργασία με τις ΗΠΑ, εξέλιξη που δείχνει πως οι αριστερές/σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις υπηρετούν με συνέπεια τα συμφέροντα των αστικών τάξεων των χωρών τους και ανάλογα προσανατολίζονται στις διεθνείς συμμαχίες τους. Οι ΗΠΑ, από τη σκοπιά των δικών τους συμφερόντων, προσπαθούν να ανακτήσουν το χαμένο έδαφος στην περιοχή με πρωτοβουλίες όπως το νομοσχέδιο «Για τη Στρατηγική Ασφαλείας στο Δυτικό Ημισφαίριο» του 2022, που προβλέπει επενδύσεις, στρατιωτική συνεργασία, ενώ αξιοποιεί τα γνωστά προσχήματα περί «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» για να παρέμβει στην περιοχή. Ταυτόχρονα και η ΕΕ προσπαθεί να ανοίξει δρόμους για το κεφάλαιό της, χρησιμοποιώντας τη σύνοδο CELAC1 - ΕΕ, στο πλαίσιο της οποίας η Κομισιόν ανακοίνωσε επενδύσεις ύψους 45 δισεκατομμυρίων ευρώ στις χώρες της Λατινικής Αμερικής (Ιούλης 2023).
Ο αντιλαϊκός χαρακτήρας των σοσιαλδημοκρατικών κυβερνήσεων της Λατινικής Αμερικής επιχειρείται να καλυφθεί πίσω από το γεγονός ότι ορισμένες από αυτές διατηρούν καλές σχέσεις με την Κούβα και αντιτάσσονται στον έναν ή τον άλλο βαθμό στον αμερικανικό αποκλεισμό του νησιού, αν και υπάρχουν πολλά ερωτηματικά για την πραγματική συμβολή τους στην οικονομική στήριξη της Κούβας.
Παράγοντας επίσης που προκαλεί συγχύσεις είναι η στήριξη ή συμμετοχή στις κυβερνήσεις αυτές σειράς κομμουνιστικών κομμάτων, όπως, π.χ., το ΚΚ της Βραζιλίας, το ΚΚ Βολιβίας, το ΚΚ Χιλής, το Κολομβιανικό ΚΚ, το ΚΚ Αργεντινής κ.ά. Όμως, η πολύχρονη διεθνής πείρα τονίζει πως μέσα από τη στήριξη ή συμμετοχή ΚΚ σε σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις διευκολύνεται η διαχείριση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και η θωράκιση της εξουσίας των μονοπωλίων, δίνεται άλλοθι στις αντιλαϊκές επιλογές αυτών των κυβερνήσεων και δέχεται πλήγμα το εργατικό κίνημα, ενσωματώνεται στο σύστημα και παροπλίζεται.
Η ερμηνεία του χαρακτήρα αυτών των κυβερνήσεων και η στάση των κομμουνιστών απέναντί τους είναι αντικείμενο έντονης ιδεολογικής-πολιτικής αντιπαράθεσης στις τάξεις του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος. Το ΚΚΕ –όπως και άλλα ΚΚ– προσεγγίζει αυτές τις εξελίξεις με τις θεωρητικές αρχές και τα μεθοδολογικά κριτήρια του μαρξισμού-λενινισμού, το Πρόγραμμα και τις επεξεργασίες του, αξιοποιώντας και τη συσσωρευμένη ιστορική πείρα του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος. Με σαφήνεια τοποθετείται για τον επιζήμιο ρόλο των «αριστερών-προοδευτικών» κυβερνήσεων στο έδαφος του καπιταλισμού και τη συμμετοχή των ΚΚ σε αυτές. Στηριζόμενο στις αρχές του προλεταριακού διεθνισμού, εκφράζει αταλάντευτα την αλληλεγγύη του στο ΚΚ Βενεζουέλας και στο δύσκολο αγώνα του και καταδικάζει απερίφραστα την προσπάθεια δίωξής του.
Στο παρόν άρθρο δεν είναι δυνατό να δοθούν αναλυτικά όλα τα ζητήματα που αφορούν την κοινωνικοοικονομική και πολιτική εξέλιξη και την κατάσταση σήμερα στη Βενεζουέλα, αλλά γίνεται προσπάθεια ν’ αναδειχτούν ορισμένα κρίσιμα ζητήματα.