Το Νοσοκομείο του ΔΣΕ είναι ένα ανήκουστο προϊόν τόσο από την άποψη της επικής του κλίμακας (δεκάδες θάλαμοι που εκτείνονται σε επάλληλες ζώνες αναβαθμών μέσα στο δάσος) όσο και από την άποψη χρόνου τελείωσης (μόλις ενός μηνός). Αποτελεί σπάνιο δείγμα μόνιμης υποδομής σημαντικού μεγέθους που κατασκεύασε από το μηδέν ο ΔΣΕ στο Γράμμο κατά τα 3 χρόνια της πολεμικής του δράσης. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι αυτό το έπος συνέβη στη σφαίρα της ιατρικής. Πέρα από τις στρατιωτικές της χρήσεις, οι πολιτικοί και κοινωνικοί συμβολισμοί της ιατρικής είναι και σε αυτήν την περίπτωση αναπόφευκτοι: Οι αντιλήψεις των κομμουνιστών για την ιατρική ήταν και εξακολουθούν να είναι εμβληματικές αυτού του ανώτερου ανθρωπισμού που διακρίνει τον κοινωνικό τους οραματισμό από τον κυνικό απανθρωπισμό των διάφορων παραλλαγών της ταξικής ζωής και ιατρικής στη Δύση.
Ωραίες αγέρωχες στήλες κοσμούν τους αναβαθμούς της απότομης πλαγιάς όπου απλωνόταν σκαρφαλωμένο το Νοσοκομείο: Μεταλλικές και ασήκωτες, με αυστηρότητα στις γωνίες και στα γεωμετρικά τους τσακίσματα, με τις κατάλληλες κατακόρυφες αλλά στιβαρές αναλογίες για να ξεχωρίζουν όσο χρειάζεται ανάμεσα στα περήφανα αλλά κομψά δάση του Γράμμου. Οι στήλες φέρουν πάνω τους καλά επιλεγμένες φωτογραφίες -εκφραστικά πρόσωπα από τα χειρουργικά και τα υποστηρικτικά επιτελεία. Είδαμε επίσης χάρτες, σχέδια και χαράξεις, άφθονη ιστορική και τοπογραφική τεκμηρίωση, και πλούσιο ανασκαφικό υλικό – ακόμη και σκουριασμένα υπολείμματα από συσκευασίες, τενεκέδες, κονσέρβες και άλλα υπολείμματα μεταλλικών αντικειμένων μαζεμένα σε κάσες και τοποθετημένα δειγματοληπτικά δίπλα στους αντίστοιχους θαλάμους. Και φυσικά είναι όλα προσεκτικά συνδυασμένα με εκτεταμένα αποσπάσματα από τις ιστορικές μαρτυρίες των πρωταγωνιστών γιατρών του Υγειονομικού του ΔΣΕ στο Γράμμο και στο Βίτσι – του Κόκκαλη, του Τζαμαλούκα, του Σακελλαρίου και του Χουζούρη.
Η Νοσοκομειούπολη συνιστά ένα υλικό τεκμήριο οργανικά ευθυγραμμισμένο με την ιστορία του ΔΣΕ και ειδικά κατά την περίοδο εκείνη που αντιμετωπίζει τη μεγάλη εκστρατεία του αστικού στρατού, το καλοκαίρι του 1948, και αποκτά ισχυρότερες οργανωτικές δομές. Για την Υγειονομική Υπηρεσία του ΔΣΕ αυτή η πολυσυζητημένη τροπή υπήρξε ένα ανόθευτο καλό: Είναι χαρακτηριστική στη σχετική βιβλιογραφία η αυξανόμενη ανακούφιση των γιατρών για τις συνεχόμενες νίκες των ιατρικών υπηρεσιών, ακόμη και τη στιγμή που είναι εξίσου έκδηλη η ανησυχία τους για την κατάσταση στο στρατιωτικό μέτωπο. Οι ιατρικές υπηρεσίες ενισχύθηκαν πολύ από την οργάνωση, χωρίς φυσικά να χάνουν τις ζωηφόρες ρίζες τους στην «αντάρτικη ιατρική».
Ακριβώς: Αυτή η ανασκαφή και η υπαίθρια έκθεση που την συνοδεύει μας θυμίζουν με έναν επιστημονικά επίκαιρο τρόπο τι ακριβώς υπήρξε αυτή η παρτιζάνικη ιατρική. Δηλαδή ένα αποθετήριο ευριστικής, αυτοσχέδιας ευφυΐας, μια ιατρική των πολλαπλών μέσων και των αυτοσχέδιων ή αδοκίμαστων θεραπειών. Εμπειρικές θεραπευτικές (οι καυτές πέτρες του Τζαμαλούκα), πρωτότυπες τεχνικές διατροφής (τα περίφημα αχλάδια στο Νοσοκομείο ΔΣΕ, η καμένη ζάχαρη και οι πολλές εμπνεύσεις των μαγείρων), τα πειραματικά μέσα και υλικά αντισηψίας (οι βρασμένες και στεγνωμένες γάζες, οι βραστές ιατρικές μπλούζες ενώ φύλλα και σταγόνες βροχής έπεφταν πάνω στα τραύματα εν ώρα εγχείρησης), οι δοκιμαστικές χειρουργικές τεχνικές και εργαλεία (σουγιάδες, απλά τρυπάνια και απελπισμένες επεμβάσεις σε καταδικασμένες περιπτώσεις ασθενών με βαριά κοιλιακά τραύματα, οι οποίοι τελικά σώζονται): Εδώ διαδραματίζεται μια πραγματική «ιατρική περιπέτεια» της οποίας η ασταμάτητη επινοητικότητα προσέλκυσε αργότερα το θαυμασμό της προηγμένης επιστημονικής ιατρικής των Λαϊκών Δημοκρατιών όπου κατέφυγαν οι χειρουργοί και οι τραυματίες τους μετά το 1949. Τόσο οι Ούγγροι γιατροί στη Νευροχειρουργική Κλινική του Πανεπιστημίου της Βουδαπέστης όσο και οι χειρουργοί στην Ανατολική Γερμανία, «σε ένα από τα καλύτερα οργανωμένα και εκσυγχρονισμένα συστήματα υγιεινής στον κόσμο», «εκτιμούσαν», γράφει ο Τζαμαλούκας, «πολύ τη δουλειά μας όταν μάλιστα έπαιρναν υπόψη τις συνθήκες» πραγματοποίησης αυτών των εγχειρήσεων «δίπλα και μέσα στο πεδίο της μάχης».2 Στην ιατρικά πρωτοποριακή Βουλγαρία, ασθενής του Τάκη Σκύφτη αφηγήθηκε αργότερα στο συγκινημένο γιατρό που τον έσωσε από μόνιμη αναπηρία στο πόδι πως κατάπληκτοι «οι καθηγητές του νοσοκομείου τον έδειχναν μαζί με τις ακτινογραφίες στους φοιτητές, λέγοντάς τους να δουν πώς δουλεύανε οι αντάρτες γιατροί». Δηλαδή με τόλμη και ακρίβεια, «χωρίς εργαλεία για εγχειρήσεις οστών»·3 με απλά τρυπάνια στη συγκεκριμένη περίπτωση. Οι αφηγήσεις των επιστημονικά εκπαιδευμένων χειρουργών του ΔΣΕ είναι γεμάτες από στιγμές γνήσιας κατάπληξης με όλα όσα μπορούν να επιτευχθούν ως προς τη διάσωση ακόμη και καταδικασμένων περιπτώσεων όταν τελικά, παρά τις αναστολές τους, αναγκάζονται να δοκιμάσουν αντισυμβατικές και αδοκίμαστες τεχνικές συγκριτικά με την –ως τότε– κοινή ιατρική σοφία.
«Ακροβολισμός» και βολιδοσκόπηση, δοκιμαστική απόπειρα και κρούση, αυτά είναι τα χαρακτηριστικά μιας αντάρτικης ιατρικής που κάνει αντάρτικο με το θάνατο και τη σκληράδα του πολέμου και βρίσκεται σε πλήρη εναρμόνιση με τις αντάρτικες τεχνικές πολέμου και επιβίωσης μέσα στις οποίες αναπτύσσεται. Επιπλέον, εδώ περιέχεται και μια αυθεντική γνώση περί ιατρικής αντισυμβατικού πολέμου και παρατεταμένης περίθαλψης πεδίου της οποίας την υπεραξία προσπαθούν, κυρίως με προσομοιωτές, να ανακτήσουν σήμερα οι αστοί ερευνητές και οι χορηγοί τους σύμφωνα με τις τρέχουσες ερευνητικές σκοπιμότητες.
Μια παρόμοια αυτοσχέδια, αλλά καίρια ιατρική τεχνική ήταν, όπως θα μας θυμίσει αργότερα ο Τζαμαλούκας, και η «ψυχολογική» θεραπεία. Ψυχοδυναμικοί πόροι, όπως ο λόγος και η φωνή, ενεργοποιούνται από τους γιατρούς του ΔΣΕ στην ψυχοσωματική προετοιμασία του ασθενούς για την αντιμετώπιση της προ-εγχειρητικής ή μετα-εγχειρητικής καταπληξίας, δηλαδή του μοιραίου πολλές φορές εκείνου σοκ που συνοδεύει τον ακραίο τραυματικό πόνο. Είναι εκπληκτικό πώς σε αυτό το περιβάλλον ανελέητης ένδειας μέσων, παρόμοιες λογο-συγκινησιακές θεραπείες αναδεικνύονται δίπλα στα άλλα «πρωτόγονα» μέσα του Υγειονομικού. Θυμάμαι ξανά τις συζητήσεις μου περί εναλλακτικής ιατρικής με το μέντορα και αργότερα φίλο μου, τον αείμνηστο ιστορικό της ιατρικής, το διάσημο καθηγητή John Pickstone, όταν συχνά συναντούσε τις περιγραφές μου για θαυμαστές περιπτώσεις ίασης με την εσκεμμένα σκανταλιάρικη φράση: «Aris, in medicine everything works.» Εδώ, στην αντάρτικη ιατρική, τον ξαναθυμήθηκα: Τα απροσδόκητα χαμηλά ποσοστά μολύνσεων και τα πρωτοφανή υψηλά ποσοστά επιβίωσης ή πλήρους ανάρρωσης των βαριά τραυματιών χρήζουν περαιτέρω επιστημονικής και ιστορικής μελέτης. Καθώς μάλιστα σώζονται, και μάλιστα σε αφθονία, τα αναλυτικά στοιχεία που ήταν υποχρεωμένο το Υγειονομικό να διατηρεί για ευνόητους λόγους διοίκησης και επιμελητείας του στρατεύματος…
Η ηρωική αντοχή στον πόνο σε συνθήκες ακόμα και έλλειψης ή και άρνησης της νάρκωσης, όσο και η θαυμαστή ταχύτητα της επιστροφής των τραυματιών στη δράση του μετώπου αποδίδονται συχνά από τους γιατρούς του ΔΣΕ σε παρόμοιους αστάθμητους, ψυχοσωματικούς, ηθικούς και συγκινησιακούς παράγοντες. Και, ακόμη πιο αναπάντεχα, αντιμετωπίζονται ως σωματική προέκταση της πολιτικής διέγερσης των ασθενών τους, του «δίκιου αγώνα» τους για λευτεριά. Εδώ, η βιοπολιτική του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα αποκτά σημαντικές κυριολεκτικές μορφές. Έχω μελετήσει αφηγήσεις Ευρωπαίων στρατιωτικών χειρουργών για την οδυνηρή εμπειρία τους στα μεγάλα χειρουργικά μακελειά των πολέμων του 18ου και του 19ου αιώνα –για την ανακούφιση, την απελπισμένη ευγνωμοσύνη και την αντοχή των τραυματιών στις επεμβάσεις των χειρουργών τους. Δεν έχω όμως ξανασυναντήσει παρόμοιες ιστορίες σαν αυτές του Τζαμαλούκα ή του Σακελλαρίου ή της Λατίφη-Τέντα (βλ. ντοκιμαντέρ Καινούργιος ουρανός: Οι γυναίκες του ΔΣΕ) για τραυματίες –άντρες και γυναίκες– που κυριολεκτικά γλεντάνε τον πόνο τους, επιστρατεύουν τις αισθητικές συγκινήσεις ενάντια στις αντιξοότητες, περπατούν και χορεύουν κατά την αποθεραπεία τους ή τραγουδούν «επαναστατικά τραγούδια» κατά τη «διάρκεια της εγχείρησης» ή της μεταφοράς τους.4 Οι συγκινήσεις –οι θεατρικές και οι καλλιτεχνικές επίσης συγκινήσεις, για να μην ξεχάσω και το θεατράκι του Νοσοκομείου– πρωταγωνιστούν στις αφηγήσεις, στις ιστορίες και στις ερμηνείες των γιατρών του ΔΣΕ. Και πρωταγωνιστούν στο πλαίσιο μιας αντάρτικης ιατρικής που επιστρατεύει τον ίδιο ακριβώς τον ανταρτισμό του αντάρτικου το οποίο υπηρετεί·· εδώ, σε αυτές τις ιατρικές αφηγήσεις και τη ζωή που διαμορφώνουν, αντιπαρατίθεται η εξέγερση για λευτεριά ενάντια στον ωμό εχθρό του πόνου, του τραύματος, της μόλυνσης –του Ιμπεριαλισμού.
Μάλιστα, αυτές οι ψυχοδυναμικές θεραπείες γίνονται όλο και πιο δημοφιλείς όσο δυσκολότερη γίνεται η πρόσβαση σε άλλα ιατρικά και φαρμακευτικά εφόδια. Αυτήν ακριβώς τη σύνδεση κάνει και ο Τζαμαλούκας, που βλέπει ξεκάθαρα την ανακάλυψη αυτής της «καθημερινής “ψυχολογικής” θεραπείας», όπως την ονομάζει, ως μια απαραίτητη προσαρμογή της «ιατρικής στον παρτιζάνικο τρόπο ζωής»· και ως μια αναπλήρωση όλων εκείνων των τεχνικών μέσων που έλειπαν από τους γιατρούς του ΔΣΕ. Παρόμοιες θεραπείες περιλαμβάνουν συζήτηση και ομιλίες των γιατρών με τους τραυματίες πάνω σε πολιτικά και ιατρικά θέματα, ενώ παράλληλα τους μιλούσαν για την «αρρώστια τους και για τα τραύματά τους». Ο κοινός σκοπός, όπως γράφουν οι χειρουργοί, ήταν να διεγείρουν την αντίδραση, τη «βοήθεια του οργανισμού», ώστε «σιγά-σιγά οι άρρωστοι και οι τραυματίες θεραπεύονταν». Πρόκειται για σπάνια δείγματα μιας δημώδους ιατρικής, ακόμη καλύτερα για μια «ιατρική της καθημερινής ζωής» που ξανασυνδέει την ιατρική με τις καταβολές της ως μιας επιστήμης και μαζί ως μιας τέχνης με κέντρο το αφήγημα (story-telling), τον ανθρώπινο λόγο, τη φωνή και την πολιτική. Και μαζί επινοείται εκ νέου μια εμπειρική ιατρική των γρήγορων αντιδράσεων, οι οποίες διατηρούν συνεχή επαφή με όλο το δίκτυο των αισθήσεων και των διαισθήσεων, του αυτοσχεδιασμού και της στιγμιαίας εφευρετικότητας.
Εν ολίγοις, εδώ έχουμε μια ολιστική πρακτική που συντονίζεται τέλεια με τη σύγχρονη στροφή των πολιτισμικών σπουδών, αλλά και της ιστορίας της ιατρικής και της επιστήμης προς τη «φιλοσοφία της καθημερινής ζωής» και τον επιστημολογικό –ιατρικό κι επιστημονικό– πλούτο της λεγόμενης οικιακής γνώσης/επιστήμης. Στο πλαίσιο μιας αυξανόμενης κριτικής στις αστοχίες ή στις πολλές συνενοχές της επίσημης ιατρικής, τόσο η ιατρική έρευνα σε μεγάλο της μέρος όσο και η κοινωνική και πολιτισμική ιστορία της ιατρικής στρέφονται σε αξιοσημείωτο βαθμό, εδώ και τρεις-τέσσερις τουλάχιστον δεκαετίες, προς την ανθρωπολογία, τις εθνογραφικές πρακτικές, τις εναλλακτικές ή ολιστικές μορφές ίασης και ιατρικής φροντίδας.5 Τα λεγόμενα medical ή health humanities έχουν να μάθουν πολλά από την έρευνα του Κόμματος στη θαυμαστή ιστορία των ιατρικών πρακτικών της παρτιζάνικης ιατρικής και των νοσοκομειακών υποδομών της στο ΔΣΕ κατά τον Εμφύλιο.6