Η κοσμοθεωρία μας καθορίζει το μιλιταρισμό σαν ένα σύστημα μορφών και μεθόδων πολιτικής, οικονομικής και ιδεολογικής πάλης των εκμεταλλευτριών τάξεων, που αποβλέπει στην εξασφάλιση και εδραίωση της κυριαρχίας και των συμφερόντων τους, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, πριν απ’ όλα με τη χρήση της πολεμικής βίας.
Οι κοινωνικο-οικονομικές αιτίες του σύγχρονου μιλιταρισμού είναι οι αντιθέσεις του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής στο ανώτατο στάδιό του, τον ιμπεριαλισμό, όπου οξύνονται τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό των καπιταλιστικών χωρών. Προκύπτει δηλαδή ο μιλιταρισμός από την αναγκαιότητα πάταξης του εσωτερικού ταξικού και εξωτερικού εχθρού των αστικών τάξεων, το κυνήγι του κέρδους και υπερκέρδους από τις πηγές πρώτων υλών, από τις πωλήσεις των εμπορευμάτων της βιομηχανίας, και από την επένδυση κεφαλαίων.
Η αστική αντίληψη για το μιλιταρισμό τον περιορίζει στις στρατιωτικο-φασιστικές, στρατιωτικο-μοναρχικές και άλλης μορφής δικτατορίες, που στην εξωτερική πολιτική θέτουν ως μοναδικό σκοπό τους την προετοιμασία και τη διεξαγωγή των πολέμων. Βέβαια η αντίληψη αυτή εξαιρεί από τον παραπάνω ορισμό τη μορφή της αστικής δημοκρατίας, λες και αυτή δεν είναι μια από τις μορφές της δικτατορίας της αστικής τάξης. Ωστόσο, ο μιλιταρισμός δεν αφορούσε μόνο τη φασιστική Γερμανία, την προπολεμική Ιαπωνία, την Ιταλία κλπ. Ο μιλιταρισμός υπήρχε και υπάρχει στα ισχυρά κράτη της αστικής δημοκρατίας όπως οι ΗΠΑ, η Γαλλία, η Αγγλία και στις μικρές χώρες είτε εντάσσονται σε στρατιωτικούς συνασπισμούς είτε όχι. «Τώρα -έγραφε ο Β. Ι. Λένιν- η στρατιωτικοποίηση διεισδύει σε όλη την κοινωνική ζωή. Ο ιμπεριαλισμός είναι άγρια πάλη των μεγάλων δυνάμεων για το μοίρασμα και το ξαναμοίρασμα του κόσμου, γι’ αυτό δεν μπορεί παρά να οδηγήσει αναπόφευκτα στην παραπέρα στρατιωτικοποίηση όλων των χωρών, και των ουδέτερων και των μικρών»[1].
Η πιο χαρακτηριστική έκφραση του μιλιταρισμού είναι η «πολεμική οικονομία» που χρησιμοποιούν οι καπιταλιστικές εξουσίες σε περίοδο πολέμου. Είναι μια μορφή της καπιταλιστικής οικονομίας εξ ολοκλήρου υποταγμένη στις απαιτήσεις του πολέμου. Ο Β. Ι. Λένιν ονόμαζε πολεμικό κρατικο-μονοπωλιακό καπιταλισμό το σύστημα των κρατικών παραγγελιών, την αυστηρή ρύθμιση της παραγωγής και της κατανάλωσης της κοινωνίας, κλπ., τη χρησιμοποίηση όλου του μηχανισμού των κρατικών μέσων επιρροής στο προτσές της καπιταλιστικής αναπαραγωγής με σκοπό την προσαρμογή της στις απαιτήσεις του πολέμου. «Για να μιλήσουμε πιο απλά και πιο καθαρά» είναι «στρατιωτικό κάτεργο για τους εργάτες, στρατιωτική περιφρούρηση των κερδών των καπιταλιστών»[2].
Ο μιλιταρισμός είναι έκφραση του παρασιτικού χαρακτήρα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής στο στάδιο του ιμπεριαλισμού και στην κρατικο-μονοπωλιακή του βαθμίδα ανάπτυξης.
Στην εποχή μας ο μιλιταρισμός και το κυνήγι των εξοπλισμών πήραν τεράστιες διαστάσεις. Πιο συγκεκριμένα ο μιλιταρισμός συνδέεται αδιάρρηκτα με τις μεγάλες κυβερνητικές παραγγελίες προς τις μεγάλες εταιρίες παραγωγής και προμήθειας οπλικών συστημάτων, αεροπλάνων, πυραύλων κλπ., με τις δαπάνες συντήρησης των ενόπλων δυνάμεων, καθώς επίσης και με τη δημιουργία τεράστιων στρατηγικών αποθεμάτων. Τυπικά και ουσιαστικά οι στρατιωτικές δαπάνες είναι αντιπαραγωγικές, είναι μια καθαρή σπατάλη του πλούτου που δημιουργούν οι εργαζόμενοι. Σύμφωνα με τον Καρλ Μαρξ: «Από άμεση οικονομική άποψη είναι το ίδιο σαν να πετάει το έθνος στη θάλασσα ένα μέρος του κεφαλαίου του»[3].